«Σφραγίζονται» στη Θράκη τουλάχιστον δύο παράνομοι σύνδεσμοι οπαδών δημοφιλών ομάδων

Το τραγικό γεγονός της δολοφονίας του 19χρόνου Άλκη στη Θεσσαλονίκη έχει συνταράξει τις τελευταίες μέρες όλη την Ελλάδα, με τις εξελίξεις για την υπόθεση της δολοφονίας να διαδέχονται η μια μετά την άλλη, ενώ παράλληλα δυστυχώς καθημερινές είναι οι ειδήσεις οπαδικής βίας σε διάφορες σημεία της Ελλάδας.

Με αφορμή τον θάνατο του Άλκη η οπαδική βία έχει τεθεί ξανά στον δημόσιο διάλογο και η κυβέρνηση αποφάσισε την λήψη μέτρων για τον περιορισμό του προβλήματος, ενώ η ΕΛΑΣ έχει προχωρήσει σε ελέγχους σε συνδέσμους φιλάθλων ομάδων σε πολλές πόλεις της επικράτειας, συμπεριλαμβανομένης της Θράκης.

Η Ελληνική Αστυνομία την Τρίτη 08/02 έκανε ελέγχους σε συνδέσμους φιλάθλων ομάδων στην πόλη της Κομοτηνής και σύμφωνα με πληροφορίες της εφημερίδας «Χρόνος» κατά τις έρευνες της ΕΛΑΣ «δεν βρέθηκαν αντικείμενα που να είχαν ως σκοπό την υποκίνηση βίας, όμως δύο σύνδεσμοι έκλεισαν καθώς δεν είχαν την νόμιμη άδεια λειτουργίας, ενώ αναμένεται σύντομα να σφραγιστούν».

Επιπλέον, σύμφωνα με πληροφορίες ένα άτομο συνδέσμου είχε τεθεί υπό κράτηση για κάποιες ώρες, ωστόσο αφέθηκε ελεύθερο (προφανώς πρόκειται για τον οπαδό του ΠΑΟΚ, όπως μετέδωσε τοπικός ραδιοφωνικός σταθμός και αναμετέδωσε το ThrakiSportS το βράδυ της Τρίτης). 

Η εφημερίδα «Χρόνος» αλλά και ο ραδιοφωνικός της σταθμός προσπάθησαν να δώσουν μια “ψυχιατρική-ψυχολογική” εξήγηση στο θέμα οπαδική βία, με την βοήθεια του ψυχιάτρου Γκάρο Εσαγιάν, ο οποίος με την ιδιότητα του επιστήμονα χαρακτήρισε την οπαδική βία ως «ένα σύμπτωμα» και σημείωσε πως ουσιαστικά είναι μια εκδήλωση της κοινωνικής βίας που προϋπάρχει.

Ο ψυχίατρος εξήγησε ότι «ο οπαδισμός με την έννοια του φανατισμού για μια ομάδα δημιουργεί την προϋπόθεση της εκδήλωσης αυτή της βίας που προϋπάρχει. Αυτός ο φανατισμός ο οπαδικός λειτουργεί κάπως ως εκτροπή της ψυχοπαθολογίας της προϋπάρχουσας. Αυτό προϋπάρχει αλλά είναι ένας τρόπος μεταξύ άλλων για να εκδηλωθεί μια ψυχοπαθολογεία επιθετικότητας που ήδη έχει δημιουργηθεί στο άτομο στα προηγούμενα χρόνια της ζωής του». 

Ο ψυχίατρος προσέθεσε πως δεν γίνεται κάποιος βίαιος στα 17 και στα 18 του και πως «είναι ήδη βίαιος από πολύ νωρίς από την ανάπτυξης της προσωπικότητάς του. Από τα παιδικά του χρόνια έχουν μπει αυτά τα θεμέλια της βίας και εκδηλώνονται μετά στην εφηβεία». Υπήρξε ιδιαίτερη αναφορά στη δολοφονία του Άλκη στη Θεσσαλονίκη για την οποία ο Γκάρο Εσαγιάν τόνισε χαρακτηριστικά πως «πρέπει να ψάξουμε και τους ηθικούς αυτουργούς, οι οποίοι καλλιεργούν αυτήν την τάση και την διοχετεύουν για να έχουν οι ίδιοι όφελος».

Χρησιμοποιώντας την επιστήμη της ψυχολογίας ως εργαλείο, ο Εσαγιάν εξήγησε ότι τα φαινόμενα της βίας δεν αντιμετωπίζονται μόνο με την κατανόηση, την επικοινωνία και τον διάλογο. «Τα φαινόμενα της βίας πατάσσονται με έναν ισχυρό νόμο που εφαρμόζεται δίκαια. Δεν μπορώ να δεχθώ κάποιος να με χτυπάει και να προσπαθώ μέσα από την κουβέντα να του αλλάξω νοοτροπία και συμπεριφορά. Πρέπει η πράξη να τιμωρηθεί, να αναλάβει και την ευθύνη αυτή της πράξης και μετά να συζητήσουμε ενδεχομένως για το τι μπορεί να γίνει σε επόμενο στάδιο» είπε αναλυτικά. Οι τιμωρίες πρέπει να είναι αποτελεσματικές όχι όταν ανακοινώνονται, «αλλά όταν επιβάλλονται και εκτελούνται. Η τιμωρία πρέπει να είναι τιμωρία» υπογράμμισε. 

Ρόλο στο όλο “παζλ” της οπαδικής βίας φαίνεται πως παίζει και η χρήση των ναρκωτικών ουσιών που «ανθεί μέσα σε αυτό το κλίμα της φανατικής οπαδικότητας». Πολλά από αυτά τα παιδιά που συμμετέχουν σε επεισόδια οπαδικής βίας «κάνουν χρήση ναρκωτικών ουσιών κατά την διάρκεια αυτών των εκδηλώσεων. Επιθετικότητα, χρήση ναρκωτικών ουσιών και καταστροφικότητα πηγαίνουν μαζί» θα πει ο κος Εσαγιάν και με νόημα θα συμπληρώσει για την ευθύνη που έχει όλη η κοινωνία σε γεγονότα οπαδικής βίας. «Νομίζω ότι όλη η κοινωνία ως πλαίσιο έχει ευθύνη. Αυτά είναι φαινόμενα που συμβαίνουν και συνέβαιναν δίπλα μας και δυστυχώς αντιδράμε μόνο όταν υπάρχει τραγική λήξη».

Όσο για το εάν οι συνέπειες τέτοιων παραβατικών πράξεων θα μπορούσαν να υπάρξουν αποτρεπτικός παράγοντας, προκειμένου να μην εκδηλώνονται, ο ψυχίατρος ενημέρωσε πως «οι άνθρωποι που καταφεύγουν στη βία φαίνεται να μην νοιάζονται πολύ για τις συνέπειες και τις επιπτώσεις των συμπεριφορών αυτών. Φαίνεται σαν να υπάρχει ένα είδος απευαισθητοποίησης το οποίο έχει ξεκινήσει ως διαδικασία ψυχολογική από νωρίτερα». Μάλιστα δεν είναι τυχαίο ότι συνήθως οι πρωταγωνιστές σε τέτοια επεισόδια βίας «προέρχονται από περιβάλλοντα εκτός ελάχιστων εξαιρέσεων, όπου το υποστηριχτικό πλαίσιο κατά την διάρκεια της ανάπτυξης του μικρού παιδιού δεν ανταποκρίθηκε επαρκώς στις ανάγκες του».

Κατά κύριο λόγο οι συμμετέχοντες σε επεισόδια οπαδικής βίας είναι άτομα νεαρής ηλικίας και όπως σημείωσε ο ψυχίατρος «γοητεύονται από αυτές του είδους τις συμπεριφορές. Συνήθως πρόκειται για έφηβους που ψάχνουν την ταυτότητά τους. Η εφηβεία από μόνη της είναι μια κρίσιμη περίοδος στη ζωή ενός ανθρώπου και είναι κατά μια έννοια ψυχοπαθολογική (η εφηβεία), γιατί το άτομο είναι εύθραυστο και ψάχνει πρότυπα για να ταυτιστεί. Κακά τα ψέματα η καταστροφικότητα δίνει μια αίσθηση παντοδυναμίας και αυτό το πράγμα μπορεί να γίνει γοητευτικό». 

Στον επίλογο πέρασε ένα σημαντικότατο μήνυμα, το οποίο πρέπει να γίνει κατανοητό από όλες τις πλευρές, με την ευχή ξανά να μην υπάρξουν θύματα εξαιτίας της οπαδικής βίας: «Ο οπαδισμός δεν έχει να κάνει με τον αθλητισμό σε καμία περίπτωση».