Η θηλυκή «Μαραντόνα» της Εθνικής Ελλάδας κατάγεται από την Θράκη, ζει στις ΗΠΑ και απορεί με τον Τραμπ

Το ποδόσφαιρο και η φλογέρα -όπως και κάθε άλλο μουσικό όργανο, άλλωστε- συνδυάζονται αρμονικά. Μπορείς να ασχοληθείς παράλληλα και με τα δύο, μαγεύοντας τα πλήθη. Δεν θέλει κόπο, άλλα τρόπο. Σκίζεις τις σελίδες με το πεντάγραμμο, τις τσαλακώνεις σχηματίζοντας μια μπάλα κι αρχίζεις τις πάσες.

Κάπως έτσι αντιλήφθηκε η (καταγόμενη από τα μέρη μας) Αθανασία Μωραΐτου το deal που έκανε με τη μητέρα της, Ελένη, σχεδόν σε νηπιακή ηλικία. “Για να σε γράψουμε στο ποδόσφαιρο, θα μάθεις ένα μουσικό όργανο”. “Δεκτό”, απάντησε το νήπιο. Όμως, η συμφωνία με τη μητέρα της έμεινε ημιτελής, σαν του Φραντς Πέτερ Σούμπερτ, ένα πράγμα. Ένα αριστούργημα, δηλαδή, που παίζει ως δεκάρι με αριστερό, δεξί και γερμανική πειθαρχία.

Η διεθνής Αθανασία ήθελε να ασχοληθεί με το ποδόσφαιρο από τότε που ήταν έμβρυο! Πρώτος μάρτυρας του ισχυρού “θέλω” της ήταν ο γυναικολόγος της μητέρας της. “Δεν μπορούσε να διακρίνει το φύλο μου. Έβλεπε μόνο τα πόδια και είπε στη μητέρα μου ότι θα ασχοληθώ με το ποδόσφαιρο. Πώς το κατάλαβε; Ξέρω ‘γω… Ίσως να ήταν χοντρά”, λέει η ίδια. Τον δικαίωσε λίγα χρόνια μετά τη γέννησή της (2/4/1997), στο Βάιμπλιγκεν της Γερμανίας.

Πλέον η Μωραΐτου (ο πατέρας της οποίας έλκει την καταγωγή του από το Ιάσιο Ροδόπης) και ποδόσφαιρο παίζει και διεθνής είναι με την Εθνική Ελλάδας, ενώ αγωνίστηκε και με την Εθνική Γερμανίας στις μικρότερες κατηγορίες. Για λίγο ακόμη θα ζει στην… τραμπική Αλαμπάμα των μπαϊντενικών Ηνωμένων Πολιτειών, όπου τελειώνει το Masters της στη δημόσια διοίκηση. Σπουδάζει με υποτροφία -λόγω της ποδοσφαιρικής δεινότητάς της– και παράλληλα αγωνίζεται στην πρώτη λίγκα του κολεγιακού πρωταθλήματος με τις Jaguars!

H Αλαμπάμα στήριξε πάρα πολύ τον Ντόναλντ Τραμπ. Γέμισε ο τόπος σημαίες, φυλλάδια, διαφημίσεις, εκδηλώσεις. Δεν φαντάζεσαι τι γινόταν! Είδα και debate, θέλω να είμαι ενημερωμένη. Το βρίσκω πολύ ενδιαφέρον. Διαβάζω και για την οικονομία. Ρωτούσα τις συμπαίκτριές μου γιατί στηρίζουν τον Τραμπ και δεν ήξεραν τι να μου απαντήσουν. Ό,τι να ‘ναι! Ίσως, επειδή είναι κατά της μετανάστευσης από το Μεξικό. Δεν είμαι κοντά σε μεγάλη πόλη και δεν είδα από κοντά τις αντιδράσεις για την εκλογή του Τζο Μπάιντεν, απέφυγα να πάω. Σε δυο εβδομάδες θα έχω φύγει. Ορκίζομαι και στις 27 Νοεμβρίου θα παίξουμε με την Εθνική Ελλάδας κόντρα στη Γερμανία στο Ίνγκολστατ (σ.σ. προκριματικά Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος)”, τόνισε σε συνέντευξή της στο Contra η 23χρονη Θρακιώτισσα, η οποία μετράει αντίστροφα, μέχρι την ημέρα που θα επιστρέψει στην οικογένειά της, στη Γερμανία. “Μου έχουν λείψει πολύ οι γονείς μου!

Το πρώτο ποδοσφαιρικό δώρο που έλαβε ήταν μια φανέλα! “Όταν έγινα 3 ετών! Είχα πάει με τη γιαγιά μου στο παζάρι -στην Ελλάδα- και της είχα πει ‘θέλω φανέλα’. Ήταν του ΠΑΟΚ, αν θυμάμαι καλά”. Έδωσε στρωτή πάσα για την επόμενη ερώτηση. Η απάντησή της ήταν καταφατική: “Ναι, είμαι ΠΑΟΚ. Στη Γερμανία υποστηρίζω τη Στουτγκάρδη και την Ντόρτμουντ”. Η γιαγιά της, πιστή ακόλουθος στους αγώνες της με τον παππού της, ίσως να μη θυμάται τη φανέλα που πήρε δώρο στην εγγονή της, αλλά σίγουρα δεν ξεχνάει τα γυαλικά που της έσπασε η μικρή Αθανασία, παίζοντας ποδόσφαιρο στο σπίτι της, στο Βάιμπλιγκεν, στην όμορφη γενέτειρά της, δίπλα στη Στουτγκάρδη. “Είναι πολύ παλιά πόλη με ποτάμι. Τώρα, που είμαι μακριά από τον τόπο μου, μού αρέσει ακόμη περισσότερο. Τον νιώθω αλλιώς”.

Εκεί, έκανε το πρώτο και σημαντικότερο deal της καριέρας της, όπως εξομολογείται στην Μαρία Καούκη του Contra. “Αρχικά, η μητέρα μου δεν ήταν πολύ θετική στην ιδέα να παίξω ποδόσφαιρο, αλλά την έψησα. Της φαινόταν παράξενο. Έτσι, συμφωνήσαμε να πάω και σε μαθήματα φλογέρας. Η καθηγήτρια έλεγε ότι δεν μπορώ. Εγώ από την άλλη έκανα όλη την ώρα μπαλάκια από χαρτί και έπαιζα ποδόσφαιρο, μέσα στο μάθημα. Δεν είχα καθόλου όρεξη. Ήμουν 5-6 ετών. Η δασκάλα της μουσικής είπε στη μαμά μου πως δεν είμαι συγκεντρωμένη στο μάθημα και ότι μας έδινε εργασίες για πρόβα στο σπίτι κι εγώ δεν τις έκανα ποτέ. Πήγαινα και δεν ήξερα τίποτε! Δεν το είχα καθόλου. Αυτή η φλογέρα πρέπει να βρίσκεται -τώρα- κάπου πάνω στη σοφίτα. Μακριά και αγαπημένες (σ.σ. γέλασε)! Είπε στη μαμά μου ‘ή ποδόσφαιρο ή φλογέρα’. Εγώ εννοείται απάντησα ότι δεν θέλω να ασχοληθώ με τη μουσική”.

Η Μωραΐτου ήταν εξ αρχής καλή στο ποδόσφαιρο. Συμβούλεψαν τους γονείς της να τη γράψουν σε ομάδα αγοριών, με τα οποία βρισκόταν πάνω–κάτω στο ίδιο επίπεδο. “Είχε ομάδα κοριτσιών περίπου 10 χιλιόμετρα μακριά από το σπίτι μου. Αλλά, μας είχαν πει ότι είναι προτιμότερο ν’ αρχίσω να παίζω με τ’ αγοράκια. Μέχρι 14 ήμουν σε ομάδα αγοριών, στο Βάιμπλιγκεν. Μαζί τους έπαιξα πολλά τουρνουά και είχα αναδειχθεί καλύτερη παίκτρια. Κάποια με αντιπαθούσαν κιόλας, επειδή ήμουν καλύτερή τους. Ζήλευαν. Μεγάλο ρόλο παίζουν κι οι γονείς, τι θα τους πουν. Σε αυτήν την ηλικία τι να καταλάβει το παιδάκι; Γενικά, οι γονείς σε όλες τις χώρες -και όχι μόνο στην Ελλάδα- συχνά πιστεύουν ότι το παιδί τους είναι το καλύτερο. Το ίδιο συμβαίνει και στη Γερμανία. Όταν έκλεισα τα 14, πήγα σε ομάδα κοριτσιών και περίπου ένα χρόνο μετά, με κάλεσαν στην Eθνική Γερμανίας. Οι πρώτοι αγώνες ήταν φιλικοί, στο Αμβούργο. Και στους δύο μπήκα αλλαγή, αλλά στον δεύτερο έβαλα γκολ. Έπαιξα στην Κ15 και στην Κ16”.

Δεν προέκυψε στο μυαλό της κάποιο δίλημμα, όταν κλήθηκε να διαλέξει ανάμεσα στις παροχές και την οργάνωση της πολύ ποδοσφαιρικής Γερμανίας και στην Ελλάδα. “Τον Νοέμβριο του 2012 με πήρε τηλέφωνο ο προπονητής της Εθνικής ομάδας, Ευάγγελος Κοτσάκης. Με ρώτησε αν ενδιαφέρομαι να παίξω στην Εθνική. Μίλησε και με τους γονείς μου, εννοείται. Δεν μπορούσα να το πιστέψω. Αναρωτιόμουν πώς με βρήκε εδώ -στη Γερμανία- όπου μένω. Μου πέρασαν όλα εκείνη τη στιγμή από το μυαλό. Ότι θα φοράω τη φανέλα με το εθνόσημο… Δεν υπάρχει μεγαλύτερη υπερηφάνεια, ειδικά για όποιον ζει μακριά από την πατρίδα του. Επειδή είμαι Ελληνίδα, ήθελα οπωσδήποτε να παίξω για την Ελλάδα! Είναι αλλιώς να τραγουδάς τον Εθνικό Ύμνο της Γερμανίας και αλλιώς της Ελλάδας. Το συναίσθημα είναι διαφορετικό. Μπορεί να μην έχω τα πλεονεκτήματα που θα είχα με τη Γερμανία, αλλά είμαστε σαν οικογένεια στην Ελλάδα. Είχαμε χαρεί πάρα πολύ με τους γονείς μου! ‘Ελλάδα πάμε! Φύγαμε!’ Έτσι κι αλλιώς, ερχόμασταν κάθε καλοκαίρι και όποτε μπορούσαμε τους χειμώνες. Η Ελλάδα είναι η χώρα μου. Είναι έρωτας. Την αγαπάω πάρα πολύ. Κατά σύμπτωση, ο πρώτος αγώνας μου τόσο με την εθνική Γερμανίας όσο και με την Εθνική Ελλάδας ήταν με αντίπαλο τη Νορβηγία (σ.σ. στο ΔΑΚ Κομοτηνής). Θυμάμαι πολύ καλά τον αγώνα με την Ελλάδα. Μπήκα αλλαγή και έπαθα διάστρεμμα”.

Η 23χρονη με μπαμπά Θρακιώτη και μαμά Σερραία έχει παίξει σχεδόν σε όλες τις θέσεις μέχρι να γίνει “δεκάρι”. “Στα αγόρια είχα αρχίσει ως αριστερό μπακ. Μετά έπαιξα αριστερό χαφ. Μετά κέντρο, εξάρι και δεκάρι. Σε κάποιους αγώνες είχα παίξει και δεξί χαφ και πριν από περίπου 3 χρόνια είχα αγωνιστεί και ως στόπερ. Έχω περάσει σχεδόν απ’ όλες τις θέσεις. Καλό είναι αυτό, διότι τώρα που παίζω δεκάρι, μπορώ να καταλάβω πώς σκέπτεται ένα στόπερ. Έτσι, είναι πιο εύκολο να αντιμετωπίσεις διάφορες καταστάσεις, όπως επίσης ξέρεις τι να περιμένεις κι από τη συμπαίκτριά σου”.

Η διαδρομή από το Βάιμπλιγκεν έως την Αλαμπάμα δεν ήταν εύκολη, αλλά η επιμονή της τη μετέτρεψε σε ένα βατό μονοπάτι. Από τις συνοικιακές ομάδες βρέθηκε στην Εθνική Γερμανίας, ενώ πήρε και μεταγραφή σε ομάδα 40 χιλιόμετρα μακριά από το σπίτι της. “Άλλαξα σχολείο. Πήγα στη Στουτγκάρδη και όταν ήμουν απογευματινή, έφευγα απ’ ευθείας με το τρένο για την προπόνηση. Πήγαινα στο σχολείο με όλον τον ποδοσφαιρικό εξοπλισμό, τον είχα σε μια χειραποσκευή με ροδάκια. Ευτυχώς, ήταν αθλητικό το σχολείο μου. Έχει πολλά η Γερμανία, καθώς προωθεί πολύ τον αθλητισμό! Όταν -για παράδειγμα- ήμουν με την εθνική ομάδα και είχα κάποια απορία, έπαιρνα τηλέφωνο τους καθηγητές μου να μού την εξηγήσουν ή όταν επέστρεφα, έμεναν επιπλέον ώρα για να μού δείξουν όσα έπρεπε. Ήξεραν ότι έχουμε αγώνες και μας βοηθούσαν πάρα πολύ. Ήταν πολύ υποστηρικτικοί μαζί μας!”

Αγαπάει πολύ και τη Γερμανία, που της πρόσφερε πολλά και στο ποδόσφαιρο. “Έμαθα τα πάντα στη Γερμανία. Τακτικές, τεχνική. Μας μαθαίνουν -από τις πιο μικρές ηλικίες- ότι μέχρι και το τελευταίο λεπτό πρέπει να είμαστε συγκεντρωμένοι 100%, επειδή δεν ξέρεις ποτέ… Μπορεί στο τελευταίο δευτερόλεπτο να μπει το γκολ. Και μας έλεγαν να μην αφήνουμε το παιχνίδι καμία στιγμή! Είναι αρχή της γερμανικής σχολής. Από τότε που άρχισα, ζητούσαν φουλ τρέξιμο ‘ασχέτως αν προηγείσαι με 5 και 6 γκολ, ας βάλεις κι άλλο’. Αυτό μας έλεγαν και όχι να λυπηθούμε τον αντίπαλο, να μη δεχθεί πολλά γκολ. Πάντα να είμαστε στο φουλ στο παιχνίδι μας, 100% εκεί. Αυτό είναι το γερμανικό ποδόσφαιρο! Το έχω πάρει κι εγώ αυτό το στοιχείο. Το βλέπω. Υπάρχουν φορές που νιώθω ότι και στα τελευταία λεπτά ενός αγώνα μπορώ να τρέξω πάρα πολύ, να τα δώσω όλα. Έχω πολλή αντοχή. Αυτός ο τρόπος σκέψης βοηθάει και στην ψυχολογία. Ακόμη κι αν χάνεις 0-4, τα δίνεις όλα και βρίσκεσαι στο τοπ σου”.

Έπαιξε τόσο στις μικρές ηλικιακές κατηγορίες στη Γερμανία (FSV Waiblingen, VfL Sindelfingen), όσο και στις μεγαλύτερες (VfL Sindelfingen, BV Cloppenburg, VfL Sindelfingen). Έκανε για 6 μήνες πρακτική πάνω στις σπουδές της στο τμήμα επικοινωνιών της Mercedes κι έπειτα πέρασε τον Ατλαντικό.

Το ποδόσφαιρο γυναικών στις ΗΠΑ, όπου βρίσκεται τώρα, είναι ιδιαιτέρως ανεπτυγμένο. Προωθείται αρκετά. “Παίζω στην πρώτη λίγκα του κολεγιακού. Είναι όλα σε άλλο επίπεδο, δεν φαντάζεσαι. Έχουμε δικό μας γήπεδο. Δικό μας γιατρό. Δικό μας φυσικοθεραπευτή. Καλύτερα κι από την πρώτη κατηγορία του ελληνικού πρωταθλήματος. Δεν είναι το ίδιο ανεπτυγμένο το ποδόσφαιρο γυναικών στην Ελλάδα. Καιρός ήταν ν’ αρχίσουν να το προωθούν, διότι οι γυναίκες κοπιάζουν το ίδιο με τους άνδρες στο άθλημα. Η διαφορά με τους άνδρες εστιάζεται κυρίως στη δύναμη και στην ταχύτητα. Στην τεχνική, εμείς μπορούμε να είμαστε ακόμη καλύτερες. Οι άνδρες ναι μεν έχουν φτάσει σε κορυφαίο επίπεδο, αλλά οι γυναίκες πρέπει να δουλεύουμε παράλληλα, για να τα βγάλουμε πέρα”.

Σύντομα θα βρίσκεται και πάλι στην Ευρώπη και στόχος της είναι να αγωνιστεί σε ένα από τα δύο καλύτερα πρωταθλήματα το γερμανικό ή το αγγλικό. “Σε μια ομάδα πρώτης κατηγορίας. Αυτό θέλω για αρχή και να δίνω τον καλύτερο εαυτό μου στους αγώνες. Έτσι λέω πάντα και ότι ο Θεός είναι μαζί μου. Πριν από κάθε αγώνα προσεύχομαι“.

Στο ελληνικό πρωτάθλημα θα ήθελε να κλείσει την καριέρα της. Έτσι κι αλλιώς, στον Θερμαϊκό κόβει βόλτες η ψυχή της, όπου κι αν βρίσκεται το σώμα της. “Σαν την Ελλάδα και σαν τη Θεσσαλονίκη δεν έχει! Είναι άλλη η ατμόσφαιρα, άλλη η κουλτούρα. Άσε που στην Ελλάδα δεν κάνεις τόσο βαρύ ύπνο, όσο στη Γερμανία. Στη Γερμανία δεν μπορείς να ξυπνήσεις με τίποτε και για κανένα λόγο. Είναι βαρύ το κλίμα. Το εξοχικό μας είναι στην Ασπροβάλτα και είμαι όλα τα καλοκαίρια εκεί, παρέα και με τα κορίτσια της Εθνικής. Τα περισσότερα είναι από τη Θεσσαλονίκη έτσι κι αλλιώς και περνάμε υπέροχα παρέα. Μ’ αρέσει πάρα πολύ να βρίσκομαι με Έλληνες, για να είμαι κοντά στο ελληνικό στοιχείο. Πιστεύω ότι είμαι πιο πολύ Ελληνίδα ακόμη και από αυτούς που ζουν στην Ελλάδα“.

Η αριστεροπόδαρη μέσος τα καταφέρνει άψογα πάνω στα τακούνια, αλλά παραδέχεται το ισχυρό δέσιμό, με τις τάπες της. “Πιο παλιά διάλεγα φαντεζί χρώματα στα ποδοσφαιρικά παπούτσια. Τώρα, μόνο μαύρα. Είναι πιο wild“. Γελάει με τους ποδοσφαιριστές και τα ξεσπάσματα στα μαλλιά τους: “Αυτοί είναι χειρότεροι κι από εμάς!” Τουλάχιστον, τέτοια ψεγάδια… τρέλας δεν βρίσκει στον αγαπημένο της, Λιονέλ Μέσι. Πάντως, με το παρατσούκλι “Ντιέγκο Μαραντόνα” άρχισε να μοιράζει μπάλες στο γήπεδο. “Κάθε φορά που με έβλεπε ένας Έλληνας φίλος του παππού μου στο δρόμο, μού φώναζε: ‘Πού ‘σαι ρε Μαραντόνα!'”.