Την παρουσία του σε Ξάνθη και Πανθρακικό θυμήθηκε ο Γιάννης Ντουρουντός και ευχαρίστησε Φατούρο και Ταξιλδάρη

Εφ’ όλης της ύλης μίλησε στον ραδιοφωνικό σταθμό των Ιωαννίνων Super FM και τον Μιχάλη Μερτζιανίδη ο προπονητικής φυσικής κατάστασης του ΠΑΣ Γιάννινα Γιάννης Ντουρουντός, ο οποίος ξεκίνησε από τις ομάδες της Ξάνθης και του Πανθρακικού την περίοδο των φοιτητικών του χρόνων.

Μίλησε από το ξεκίνημά του και τις σπουδές του ως το σήμερα και τη δουλειά που γίνεται σε επίπεδο φυσικής κατάστασης με τους παίκτες τους οποίους χαρακτήρισε ως τους καλύτερους χαρακτήρες-αθλητές που είχε. Επίσης αναφέρθηκε στο πως προέκυψε η συνεργασία με τους Ηπειρώτες, αλλά και τους διακριτούς ρόλους μέσα στην ομάδα, με στόχο το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα.

Για την αφετηρία του και τις σπουδές του στην Κομοτηνή και την πρώτη ευκαιρία δουλειάς που του δόθηκε στο ποδόσφαιρο ο Ντουρουντός είπε: «Ως φοιτητής είχα κάποια ‘θέλω’ και ερευνητικές ανησυχίες. Με βοήθησαν δύο άνθρωποι που τους οφείλω πολλά, οι κ.κ. Φατούρος και Ταξιλδάρης. Συνεργάστηκα μαζί τους και στο μεταπτυχιακό και στο διδακτορικό μου στο εργαστήριο των ΤΕΦΑΑ και κάπου εκεί προέκυψε η συνεργασία με τη Skoda Ξάνθη. Ήταν τη σεζόν 2007-2008. Ήταν μια καλή σεζόν για την ομάδα και μετά ανέβηκε ο Πανθρακικός στη Super League και πήγα εκεί όπου δούλεψα 2 χρόνια. Ήταν σημαντικό και τιμή μου να δουλέψω στην ομάδα της πόλης που είχα σπουδάσει.
Ο Πανθρακικός είναι ένα σημαντικό σταυροδρόμι, γιατί μετά έρχεται πρόταση από τον Πανιώνιο. Κάπου εκεί έπρεπε να αποφασίσω αν θα συνεχίσω στο πανεπιστήμιο ακολουθώντας μια μελλοντική ακαδημαϊκή καριέρα ή αν θα συνεχίσω στο ποδόσφαιρο. Επέλεξα το δεύτερο. Συνεργάστηκα με τον Τάκη Λεμονή στον Πανιώνιο και ήμασταν μαζί 10 χρόνια ως μέλος του τεχνικού του επιτελείου».

Για το πώς τον υποδέχτηκε ο εκάστοτε προπονητής όπου δούλεψε, σχολίασε: «Όλες μου οι προπονητικές δουλειές τυγχάνει να συμβαδίζουν με τα ‘θέλω’ των προπονητών. Συνήθως με επέλεγαν, δεν με έβρισκαν στις ομάδες. Μία φορά μόνο με βρήκαν, στον Πανιώνιο. Με τον κ. Λεμονή αποκτήσαμε καλή ‘χημεία’ και πλέον είναι και οικογενειακές οι σχέσεις μας, υπάρχουν οικογενειακοί δεσμοί. Ήταν η μόνη φορά που προπονητής με βρήκε και με κράτησε».

Για το πώς προέκυψε η συνεργασία με τον ΠΑΣ Γιάννινα, απάντησε: «Πριν τον ΠΑΣ Γιάννινα υπήρχε μία πρόταση από την Περσέπολις του Ιράν, η οποία δεν προχώρησε. Αμέσως μετά υπήρξε μια προσέγγιση από τον κ. Νιαρχάκο, με τον οποίο ήμασταν γνωστοί μέσω του χώρου, ακολούθησε η συνάντηση με τον κ. Χριστοβασίλη και η συνέχεια είναι γνωστή σε όλους. Η απόφασή μου να έρθω στα Γιάννενα ήταν πολύ εύκολη. Πιο πριν υπήρχε μια συνάντηση με την Περσέπολις που ήταν πρωταθλήτρια Ιράν και έπαιζε στο ασιατικό Champions League. Αλλά η απόφαση για τον ΠΑΣ ήταν εύκολη γιατί είναι μεγάλη ομάδα στον χώρο, ιστορική, ένα σημαντικό brand name και ήταν μια πρόκληση για ‘μενα να προσαρμοστώ σε διαφορετικές συνθήκες και να δω τι μπορώ να κάνω και κάπου άλλου, όχι μόνο στον Ολυμπιακό που οι συνθήκες είναι ιδανικές, αλλά να βοηθήσω και σε διαφορετικό επίπεδο. Η Super League 2 με έκανε να έχω κάποιες δεύτερες σκέψεις, αλλά τελικά δεν το μετάνιωσα καθόλου για την απόφαση που πήρα».

Για τα διακριτά όρια στη συνεργασία του τεχνικού επιτελείου ανεφερε: «Η πραγματικότητα είναι κάπου εκεί. Ο προπονητής φυσικής κατάστασης, ο βοηθός, ο γυμναστής τερματοφυλάκων και το ιατρικό επιτελείο έχουν διακριτούς ρόλους. Όλοι εισηγούνται, προτείνουν κτλ, αλλά η τελική απόφαση είναι του προπονητή. Οποιοσδήποτε σκέφτεται κάτι διαφορετικό, διαταράσσει τη συνεργασία. Συνεπώς πρέπει να είναι διακριτοί οι ρόλοι».

Για το τι βρήκε στον ΠΑΣ και που ήθελε να επικεντρωθεί είπε: «Η πρώτη μου δουλειά ήταν να δω το έμψυχο υλικό, ποιοι υπήρχαν, ποιοι θα έρχονταν. Να δω τι δουλειά είχε γίνει τα προηγούμενα χρόνια. Υπήρχε μία αποχή μεταξύ της σεζόν που είχε τελειώσει μέχρι την έναρξη της επόμενης. Μίλησα με το ιατρικό επιτελείο αν κάποιος χρειάζεται ειδική διαχείριση, κάναμε τα εργομετρικά και προχωρήσαμε. Σε μεγάλο ποσοστό είχαμε την ίδια ομάδα και έγιναν λίγες προσθήκες, που μας βοήθησαν να υπάρχει ομοιογένεια και σωστή προσέγγιση στην προπόνηση».

Για τον χρόνο που χρειάζεται να προετοιμαστεί κάποιος παίκτης να μπει όσον αφορά τη φυσική κατάσταση, ανέφερε: «Είναι πολύ σχετικά όλα αυτά. Εξαρτάται τι έκανε στη μεταβατική περίοδο ένας παίκτης, αν έκανε κάποιο ατομικό πρόγραμμα και τι πρόγραμμα έκανε, αν είχε τραυματισμό, πόσα ματς έκανε, πόσα λεπτά έπαιξε πριν έρθει στην ομάδα. Το ποδόσφαιρο εδώ και χρόνια έχει περάσει σε άλλο επίπεδο. Πλέον μιλάμε για αθλητικούς επιστήμονες και λιγότερο για προπονητές φυσικής κατάστασης. Με τη συμπαράσταση του γιατρού κ. Ριστάνη και του φυσιοθεραπευτή κ. Σκόρδου τα αποτελέσματα είναι ορατά».

Για τον μεγαλύτερό του ‘πονοκέφαλο’ είπε: «Δεν είναι μόνο ένας. Μόνο για τον καταρτισμό της ημερήσιας προπόνησης πρέπει να λάβω υπόψη πολλούς παράγοντες. Ακόμα και τη διαχείριση των παικτών. Είναι άνθρωποι, έχουν ιδιαιτερότητες, αν και στη δική μας ομάδα θεωρώ ότι έχω τους καλύτερους χαρακτήρες-αθλητές στα προπονητικά μου χρόνια. Χωρίς να σημαίνει ότι σε προηγούμενες ομάδες είχα κάποιο πρόβλημα. Μπορεί 1-2 παιδιά να ήθελαν μία ειδική μεταχείριση».

Για το τι χρειάζεται για να σε εμπιστευτεί ο αθλητής σχολίασε: «Η τεχνολογία έχει προχωρήσει πολύ, βλέπω πολλά ασκησιολόγια και προπονητικά περιεχόμενα στο youtube κτλ. Είναι πολύ σημαντικό εργαλείο για να παίρνεις ιδέες, αλλά η πιστή εφαρμογή κάποιων ασκησιολόγιων χωρίς να γνωρίζουμε αν μπορούν να εφαρμοστούν με ασφάλεια και αν έχουν τα αναμενόμενα αποτελέσματα, δεν είναι το ενδεδειγμένο».

Για το πόσο δύσκολη ήταν η προετοιμασία είπε: «Ήταν δύσκολη, αλλά οι παίκτες την έκαναν εύκολη. Σχεδιάσαμε ένα πρόγραμμα ώστε όταν η ομάδα κληθεί να παίξει να είναι έτοιμη να αποδώσει το καλύτερο ποδόσφαιρο. Ακολούθησαν κατά γράμμα τα όσα είπαμε, όλοι επέστρεψαν σε εξαιρετική κατάσταση και έγιναν πιο εύκολα τα πράγματα. Ήταν σημαντικό που κάναμε έστω 1 μήνα προετοιμασία μετά την πρώτη καραντίνα. Στη συνέχεια σχεδιάσαμε την προετοιμασία της τρέχουσας σεζόν. Επιλέξαμε να ξεκινήσουμε 15 Ιουλίου. Εμείς δεν είχαμε την πολυτέλεια να ξεκινήσουμε 1 Αυγούστου, γιατί έπρεπε να βρούμε φιλικά παιχνίδια και να είμαστε έτοιμοι στο ξεκίνημα».

Για τους τομείς που δουλεύονται ανά διαστήματα και αν προβλέπεται η λεγόμενη «κοιλιά», απάντησε: «Δεν μιλάμε για ατομικό άθλημα που υπάρχουν περίοδοι φορμαρίσματος και ντεφορμαρίσματος. Στα ομαδικά αθλήματα τα πράγματα είναι διαφορετικά. Αρχικά παίζει ρόλο σε τι κατάσταση θα έρθουν οι παίκτες μετά τη μεταβατική περίοδο. Αν έχουν ακολουθήσει μία σωστή μεταβατική περίοδο, τότε ο αθλητής έχει διαφορετική αφετηρία από έναν που δεν δούλεψε καθόλου ή ελάχιστα. Από εκεί και πέρα στην προετοιμασία υπάρχουν διάφορες φάσεις και ανάλογα τη φιλοσοφία του προπονητή υπάρχουν και διαφορετικές μεταβάσεις. Καθορίζονται τα φιλικά, οι παίκτες μπαίνουν και παίζουν προοδευτικά τον χρόνο που πρέπει και κάπως έτσι πορευόμαστε».

Για την πίεση σε όλο το γήπεδο και τα πολλά τρεξίματα της ομάδας στις πρώτες αγωνιστικές σχολίασε: «Η δουλειά είναι συνολική όσον αφορά το τεχνικό επιτελείο, αλλά και οι ποδοσφαιριστές αντιλαμβάνονται και δέχονται αυτά που τους δίνονται και το κάνουμε αυτό τεκμηριωμένα και με ειλικρίνεια λύνουμε την κάθε απορία τους, δεν απαντάμε τυπικά, θέλουμε να κάνουν ό,τι κάνουν με ευχαρίστηση και όχι απλά γιατί τους το λέμε εμείς. Είναι σημαντικό επίσης να πω και το εξής. Ακούω από κάποιους που λένε ότι ένας παίκτης έτρεξε 10-12 χλμ. Σημασία όμως έχουν τα ποιοτικά τρεξίματα, όχι τα συνολικά χιλιόμετρα. Το γήπεδο χωρίζεται σε 6 ζώνες έντασης όσον αφορά την παράμετρο της δρομικής ταχύτητας και οι πιο σημαντικές είναι οι ζώνες 4-5-6. Όσο πιο ποιοτικά τα τρεξίματα σ’ αυτές τις ζώνες τόσο καλύτερα αποδίδει η ομάδα. Αν κάποιος κάνει 10 χλμ και έχει 3 χλμ στις ζώνες 4-5-6- και κάποιος 12 χλμ με 2 χλμ στις ζώνες 4-5-6 είναι προφανές ότι ο πρώτος έχει κάνει πιο ποιοτικά τρεξίματα. Κι αυτό βοηθάει τον τρόπο παιχνιδιού της ομάδας. Το δικό μας πλάνο απαιτεί πολύ καλή φυσική κατάσταση και έχουμε επιμείνει πάρα πολύ εκεί».

Για τη Super League και πως έχει δει την κατάσταση των ομάδων είπε: «Είναι γενική αυτή η ερώτηση. Δεν θέλω να εκφέρω απόψεις για τις άλλες ομάδες. Μ’ ενδιαφέρει πως αποδίδει η δική μου ομάδα και τι μπορεί να κάνει για να αποδώσει καλύτερα».

Για το πόσο έτοιμη είναι σε ποσοστό επί τοις εκατό η ομάδα ανέφερε: «Θεωρώ ότι τώρα λαμβάνουμε το 100% για τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο, αλλά με τη δουλειά που θα ακολουθήσει θα παίρνουμε κάθε φορά και περισσότερα. Δεν υπάρχει ταβάνι, υπάρχει δουλειά και βελτίωση. Απλά τώρα δεν υπάρχει κάποιο παράπονο, οι παίκτες αποδίδουν το 100% και μας δίνουν αυτό που θέλουμε».

Για το αν μπορεί να κάνει κι άλλα πράγματα η ομάδα σχολιασε: «Μέχρι στιγμής παίξαμε 8 παιχνίδια. Απ’ αυτά ένα σύνολο 80 λεπτών δεν είμαι ευχαριστημένος, μπήκε ένας προβληματισμός στο μυαλό μου απ’ αυτά τα διαστήματα. Θεωρώ ότι θα μπορούσαμε να έχουμε κι άλλους βαθμούς. Με την ίδια απόδοση μπορούμε να πάρουμε περισσότερους. Ο αθλητισμός θέλει και τύχη».

Για τη διακοπή κι αν ευνοεί απάντησε: «Δεν μπορώ να πω αν είναι θετική ή αρνητική. Κάθε διακοπή μπορείς να την αξιοποιήσεις με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, ώστε να έχεις και το μεγαλύτερο όφελος. Άλλοι κάνουν μίνι προετοιμασία, άλλοι θέλουν να βοηθήσουν τους τραυματίες να επανέλθουν, άλλοι να διατηρήσουν έναν καλό ρυθμό γιατί ήταν ήδη σε υψηλή απόδοση. Εμείς δεν ανήκουμε σε κάποια απ αυτές τις κατηγορίες. Έχουμε ιδιαίτερα χαρακτηριστικά στα οποία θα αφιερώσουμε χρόνο στην προπόνηση. Θα προσπαθήσουμε να εντάξουμε άμεσα παίκτες που έρχονται από τραυματισμούς, δεν θεωρώ ότι έχουμε ιδιαίτερα προβλήματα και θα προσπαθήσουμε να ακολουθήσουμε έναν καθαρά αγωνιστικό μικρόκυκλο χωρίς φιλικό παιχνίδι και θα προσπαθήσουμε να αποκομίσουμε το μεγαλύτερο όφελος, ώστε να είμαστε στο ίδιο επίπεδο όπως τη στιγμή που σταματήσαμε».