Συνέντευξη Λουτσέσκου στη Ρουμανία με αναφορές και στην Ξάνθη: «Τσακωμοί που κατέληγαν και στα αποδυτήρια όταν παίζαμε με ΠΑΟΚ»

Ο Ραζβάν Λουτσέσκου έδωσε συνέντευξη στη Ρουμανία. Σε αυτή, μεταξύ άλλων, αναφέρθηκε στην επιστροφή του στον ΠΑΟΚ και στη σεζόν που έκανε με την ομάδα.

Μεταξύ άλλων, είπε: «Αυτή η σεζόν που τελείωσε πριν από λίγες μέρες είναι μια ιστορική χρονιά για τον ΠΑΟΚ με την εμφάνιση στα προημιτελικά του Conference League. Αλλά η επιστροφή στη Θεσσαλονίκη ήταν πρωτίστως μια συναισθηματική επιλογή για μένα. Ο καθένας έχει τον δικό του τρόπο να αισθάνεται και να σκέφτεται τα πράγματα. Δεν είμαι προπονητής που υπολογίζει τι βήμα κάνει τώρα για να προγραμματίσει το επόμενο μετά…

Είμαι απλά ένας ρομαντικός τύπος. Μάλλον γι’ αυτό είμαι 32 χρόνια με τη γυναίκα μου. Και από εκεί προέρχεται η ιδιαίτερη σχέση που έχω με τους παίκτες. Έχω πει στους παίκτες μου: “Σας αγαπάω, το πρόβλημά σας είναι ότι θέλω να επιστρέψετε αυτή την αγάπη σε μένα! Αν δεν μου προσφέρετε το ίδιο, θα βρεθούμε σε σύγκρουση».

Πρόσθεσε ο Λουτσέσκου: «Θέλω οι παίκτες μου να τα δίνουν όλα για την ομάδα. Η αγάπη να σβήσει τον εγωισμό όλων και να μεταφέρει περισσότερη συσπείρωση μέσα στο σύνολο. Δεν είναι εύκολο. Δεν τα καταφέρνεις πάντα, αλλά νιώθω ότι αυτός είναι σωστός δρόμος.

Όταν έφτασα στη Θεσσαλονίκη, δεν με υποδέχτηκαν καλά. Ήρθα από την Ξάνθη, μια θεωρούμενη μικρή ομάδα, που πάντα δημιουργούσε προβλήματα στον ΠΑΟΚ, όταν παίζαμε αντίπαλοι. Υπήρξαν σφοδρές διαμάχες στους αγώνες με τον ΠΑΟΚ, με τσακωμούς που κατέληξαν ακόμη και στα αποδυτήρια. Κατηγορήθηκα ότι προσωπικά δημιούργησα εχθρική ατμόσφαιρα. Χρειαζόμουν χρόνο, πάθος και αφοσίωση για να κάνω τον κόσμο να με σεβαστεί».

Στην αναφορά για την υποστήριξη από τον Ιβάν Σαββίδη απάντησε: «Του ιδιοκτήτη και του γιου του. Ήταν ένα σημαντικό στήριγμα στην αρχή και κάπως έτσι τα πράγματα άρχισαν να γίνονται καλύτερα για όλους. Βελτιώθηκε η ομάδα, βελτιώθηκα και εγώ από αγώνα σε αγώνα, δημιουργήθηκε μια εξαιρετική ομάδα. Κερδίσαμε ένα πρωτάθλημα μετά από 34 χρόνια αναμονής, κέρδισα και το Κύπελλο, σημαδεύοντας την χρονιά με ένα νταμπλ. Στα συν το γεγονός ότι τερματίσαμε αήττητοι, ιστορικό ορόσημο στο ελληνικό ποδόσφαιρο, έναντι της αντίστοιχης απόδοσης του Παναθηναϊκού τη δεκαετία του ’60, αλλά με περισσότερες ισοπαλίες. Πάντα επιστρέφω στην αγάπη! Η Θεσσαλονίκη είναι μια φανταστική πόλη. Όταν πας μια βόλτα σου στέλνει μια εξαιρετική ενέργεια, έχεις δίπλα σου τη θάλασσα, την παραλιακή. Είναι εντελώς συναισθηματική αυτή η πόλη».

Σε ερώτηση για το αν ήταν δελεαστικό για τον ίδιο να πάει στην Ιταλία, είπε: «Δεν είναι σωστό να μιλάω για κάτι που δεν έκανα. Με ποιους έχω έρθει σε επαφή ή όχι. Δεν χρειάζομαι διαφήμιση. Δεν υπήρχε στο προσκήνιο μόνο η Ιταλία που ούτως ή άλλως αποτελεί στόχο για οποιονδήποτε. Και για μένα, ίσως κάποια στιγμή, να ολοκληρώσω εκεί την καριέρα μου. Αλλά οι άνθρωποι δεν σκέφτονται πάντα όπως φαντάζονται οι άλλοι. Ο κόσμος του ΠΑΟΚ υπήρχε πάντα στο μυαλό μου και δεν μου άφηναν άλλη επιλογή από το να αποδεχτώ την πρόταση. Είμαι ένας άνθρωπος που λειτουργώ συναισθηματικά, ακόμη κι όταν πρέπει να λάβω τέτοιες αποφάσεις. Και υπάρχει μια ακόμη λεπτομέρεια.

Έχω περάσει απ΄όλα τα στάδια ως προπονητής. Έχω παλέψει για το πρωτάθλημα, έχω παλέψει να αποφύγω τον υποβιβασμό. Δούλεψα σε μια ομάδα μεσαίου επιπέδου όπως η Ξάνθη, αλλά με έναν πολύ δίκαιο ιδιοκτήτη, έπαιξα στα playoff εκεί και οδήγησα την ομάδα στον πρώτο τελικό Κυπέλλου στην ιστορία της. Τα τελευταία χρόνια έχω κερδίσει τίτλους, έχω κερδίσει το Champions League στην Ασία, έχω πάει στο Παγκόσμιο Κύπελλο Συλλόγων. Πάντα ήμουν υπό πίεση να κερδίζω κάθε παιχνίδι, η ισοπαλία φαντάζει αρνητικό αποτέλεσμα για μένα. Και γι΄αυτό επέστρεψα στον ΠΑΟΚ. Αν πήγαινα αλλού, θα έπρεπε να μπω σε έναν άλλο κόσμο. Τώρα ήθελα κάτι άλλο και η ικανοποίηση είναι μεγάλη».

Πρόσθεσε: «Όταν χάνω ένα παιχνίδι, πονάει η σάρκα μου για τρεις μέρες. Είναι απαίσιο. Έχω αρνητική ένταση μέσα μου και λέω συχνά στον εαυτό μου ότι πρέπει να σταματήσω το ποδόσφαιρο σε τρία ή τέσσερα χρόνια. Δεν είναι απλά μια μόδα». 

Σε ερώτηση για το αν σκέφτεται να σταματήσει σε 3 ή 4 χρόνια, είπε: «Δεν ξέρω τι θα γίνει αλλά έτσι σκέφτομαι τώρα. Πάντως το να επιστρέψω στη Ρουμανία δεν είναι ακόμα στα σχέδιά μου».

Για την ανησυχία για τον πατέρα του με τον πόλεμο στην Ουκρανία είπε: «Μου είναι δύσκολο να μιλήσω γι’ αυτό το θέμα. Ανησυχούσα, δεν ήξερα τι συνέβαινε. Όμως ο πατέρας μου μας καθησύχασε ότι τίποτα δεν συνέβαινε εκτός από συναγερμούς. Δεν πανικοβλήθηκε.

Το 2014, όταν αναγκάστηκε να φύγει από το Ντόνετσκ η Σαχτάρ, πολλοί παίκτες ήθελαν να φύγουν από την ομάδα. Όμως είπε ότι δεν πίστευε ότι η ομάδα θα καταστραφεί, αποφάσισε να μείνει και έδωσε πρώτος το σύνθημα να αγωνιστεί και να αναγεννηθεί. Είναι ένας γενναίος και τολμηρός τύπος».

Σε ερώτηση για το αν τον τρόμαξε ο ίδιος ο πόλεμος, είπε: «Όχι, δεν με τρόμαξε ο ίδιος ο πόλεμος. Με εξοργίζει ο τρόπος που προσέγγισε το θέμα η ρουμανική τηλεόραση, σαν να γινόταν ο πόλεμος στην ίδια την χώρα, προκαλώντας φόβο στους ανθρώπους. Δεν είναι φυσιολογικό. Όσοι αναλύουν, θα πρέπει να είναι αντικειμενικοί και ισορροπημένοι, για να δείξουν ξεκάθαρα ότι οι βόμβες δεν έρχονται εναντίον μας. Δεν υπάρχουν αεροπλάνα ή τανκς στο δρόμο για την είσοδο στη Ρουμανία. Δεν κινδυνεύουμε από τίποτα. Έτσι γεννήθηκαν οι τρελές κρίσεις της βενζίνης και του πετρελαίου. Ο τρόπος που μεταδίδεται στη Ρουμανία, ο τόνος που χρησιμοποιείται, μοιάζει σαν να βρισκόμαστε σε πόλεμο και ο πανικός είναι απόλυτος. Δεν έχουν όλοι οι άνθρωποι την ικανότητα να διακρίνουν. Πολλοί εκμεταλλεύονται αυτή την κατάσταση.

Από την άλλη, είμαι σοκαρισμένος με αυτό που βλέπω στην Ουκρανία. Σκέφτομαι πώς ζουν αυτοί οι άνθρωποι, πώς αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους. Ποιος δίνει σε έναν άνθρωπο το δικαίωμα να μπει σε μια άλλη χώρα και να καταστρέψει τόσες ζωές; Είναι τρομερό!».

Τέλος, σε ερώτηση για το αν συμφωνεί με το μπλοκάρισμα όλων των Ρώσων αθλητών, είπε: «Δεν ξέρω τι ρόλο και ποιο λάθος έχουν κάνει οι αθλητές σε αυτή τη σύγκρουση. Τα συναισθήματα είναι τόσο έντονα που μπορεί να προκύψουν δυσάρεστες καταστάσεις όταν οι Ρώσοι αθλητές θα εμφανιστούν μπροστά σε άλλους αθλητές άλλων χωρών».