Μόλις 17 άτομα αποχαιρέτισαν στα Κοιμητήρια Ορεστιάδας τον αδελφό του Νίκου Σαμαρά…

«Μόλις 17 άτομα αποχαιρετίσαμε τον Κούλη. Δεν θέλω να πω πολλά για τον Κούλη Αθανασιάδη. Ήταν γνωστός σε όλους ως ο αδελφός του Σαμαρά. Νομίζω ότι ήταν πάντα ευγενικός και δεν προκάλεσε με τη συμπεριφορά του τον κόσμο της Ορεστιάδας».

Με αυτά τα λόγια ξεκινά το σημείωμά του στο facebook ο δημοσιογράφος του Βορείου Έβρου Γιάννης Τομαδάκης (διαχειριστής του thrakinea), αναφερόμενος στην απώλειά του. Και συμπληρώνει:

«Δεν θέλω να πω κάτι άλλο, δεν μου πέφτει λόγος για το πως έζησε στη σύντομη ζωή του. Είμαι όμως βαθιά στενοχωρημένος, για το γεγονός ότι από την Τρίτη που έφτασε η πληροφορία ότι μας άφησε, την επιβεβαίωσα σήμερα (δική μου ευθύνη, αλλά υπάρχουν και άλλες υποχρεώσεις, πέρα από την αναζήτηση της είδησης). Έτσι για την ιστορία ρώτησα την Τρίτη αρκετούς και επιβεβαίωση δεν ήρθε, την Τετάρτη ήμουν από νωρίς στο δρόμο της επιστροφής για το σπίτι και η εργασία μου έπρεπε να περιμένει. Σήμερα στις 15:00 βγήκα στην πόλη να δω αν υπάρχουν κηδειόχαρτα. Δεν υπήρχαν ή δεν είδα. Συνάδελφος που έψαξε το ίδιο, μου είπε ότι είδε λίγο αργότερα άλλο άτομο.
Το δημοσιοποίησα, αλλά ο χρόνος δεν ήταν αρκετός για να ενημερωθούν όσοι θα ήθελαν. Ήταν αυτή η φήμη, ότι ο Κούλης έφυγε, αλλά κανείς δεν επιβεβαίωνε, κανείς δεν ήξερε πότε θα γίνει η κηδεία».

Ο Τομαδάκης γράφει ακόμα: «Τώρα, θα σας πω και για εμάς που πήγαμε για το αντίο. Λίγοι γείτονες, άνθρωποι που τον αγάπησαν, ο Κώστας και ο Δημήτρης που τον ήξεραν από τα γήπεδα. Ο κάθε άνθρωπος, έχει το δικαίωμα για αξιοπρεπή κηδεία.”Ο σεβασμός στους νεκρούς είναι ένδειξη του πολιτισμού μας”, μου είπε ένας από τους ανθρώπους που συνομίλησα ψάχνοντας να δω τι έγινε. Ο Κούλης, αναπαύεται στα νέα κοιμητήρια Ορεστιάδας, δεν ξέρω αν θα το περιγράψω σωστά, βρίσκεται από την κεντρική είσοδο στην τελευταία σειρά, τέρμα αριστερά. Ας αναπαυθεί κι ας προσπαθήσουμε να μην κρίνουμε, να μην κατακρίνουμε, να κάνουμε αυτό που απαλύνει τη ζωή μας.
Υ.Γ. 1 Ο Κούλης ήταν από τα πρώτα άτομα που γνώρισα όταν ήρθα στην Ορεστιάδα.
Υ.Γ. 2 Φεύγοντας, μία γειτόνισσά του, με πλησίασε και μου τόνισε: “Δεν πείραξε ποτέ κανέναν”. Της υποσχέθηκα να το γράψω».