Στον Δημήτρη Μελισσανίδη έναντι 23 εκατ. ευρώ οικόπεδο της «ΣΕΛΜΑΝ» με την έντονη δράση και τους πολλούς εργαζομένους στη Θράκη

Ο Δημήτρης Μελισσανίδης είναι ο νέος ιδιοκτήτης του οικοπέδου της ιστορικής εταιρείας ξυλείας «ΣΕΛΜΑΝ» στο Βασιλικό Ευβοίας.

Όπως αναφέρει το «Olaevia.gr», το ιστορικό εργοστάσιο ξυλείας, που έδινε δουλειά σε περισσότερους από 1.000 εργαζόμενους, άρχισε να παίρνει την κάτω βόλτα με την οικονομική κρίση του 2010 και την κατακόρυφη πτώση της οικοδομής. Τότε πουλήθηκε στον όμιλο «Alpha Woods», ο οποίος δεν μπόρεσε να βάλει φρένο στην κατρακύλα. Έτσι, το 2013 το εργοστάσιο έβαλε λουκέτο και 300 περίπου εργαζόμενοι βρέθηκαν στο δρόμο χωρίς να λάβουν αποζημίωση απόλυσης. Στην συνέχεια η ΣΕΛΜΑΝ  τέθηκε σε καθεστώς πτώχευσης και ακολούθησαν πολλοί άγονοι πλειστηριασμοί.

Στον πλειστηριασμό, όμως, που έγινε πριν λίγες μέρες, ο Δημήτρης Μελισσανίδης έκανε δικές του τις εγκαταστάσεις, οι οποίες στο παρελθόν είχαν εκτιμηθεί στα 60 εκατ. ευρώ. Το πέτυχε, μάλιστα, με εξαιρετικό τίμημα, προσφέροντας 23 εκατομμύρια. Το ακίνητο απλώνεται σε μια έκταση 400 στρεμμάτων και περιέχει κτίσματα 120 στρεμμάτων εκ των οποίων κάποιες σουίτες, όπου έμεναν στελέχη της ΣΕΛΜΑΝ. Στην αγορά περιλαμβάνονται και οι λιμενικές εγκαταστάσεις (προβλήτα), που εξυπηρετούσαν το εργοστάσιο. Ο Δημήτρης Μελισσανίδης δεν έχει κάνει γνωστό πως θα αξιοποιηθούν οι εγκαταστάσεις της ΣΕΛΜΑΝ.

Οταν έβαλε οριστικό λουκέτο το εργοστάσιο στην Εύβοια, λειτουργούσε για έναν ακομα χρόνο το εργοστάσιο της εταιρείας στην ΒΙΠΕ Κομοτηνής. Η εταιρεία είχε υποβάλει αίτηση εισαγωγής στο άρθρο 99, η οποία ουδέποτε συζητήθηκε. «Οι τράπεζες δεν στήριξαν την εταιρεία» αναφέρουν πηγές της αγοράς και πλέον τα περιουσιακά στοιχεία  ιστορικού ομίλου  που ιδρύθηκε το 1962 βγαίνουν σε πλειστηριασμό ώστε να ικανοποιηθούν εργαζόμενοι και πιστωτές. Στις καλές εποχές τα δύο εργοστάσια είχαν αποτιμηθεί στα 60 εκατ ευρώ έκαστο αλλά η μεγάλη πτώση της εγχώριας ζήτησης για προϊόντα ξυλείας λόγω της καθίζησης της οικοδομής και οι αθρώες εισαγωγές οδήγησαν την εταιρεία σε αδιέξοδο.

Η «Ελληνοελβετική Βιομηχανία Επεξεργασίας Ξύλου Σέλμαν» του Π. Ηλιάδη ξεκίνησε το 1962 στη Χαλκίδα από την παραγωγή κόντρα πλακέ και πλακάζ για να συνεχίσει με την παραγωγή μοριοσανίδας και να εισάγει τις μετοχές της εταιρείας του Χρηματιστήριο το 1988. Η επιχειρηματική  αυτή απόφαση απέδωσε καρπούς αφού την επόμενη δεκαετία και με τα κεφάλαια από το Χρηματιστήριο, ο Ηλιάδης κατάφερε να κτίσει έναν από τους σημαντικότερους ‘’παίκτες’’ στον κλάδο της επεξεργασίας ξύλου στην Ευρώπη με νέες μονάδες παραγωγής, συνεχείς επεκτάσεις των λιμενικών εγκαταστάσεων στο Βασιλικό, νέα υπερσύγχρονα γραφεία στην Αθήνα.

Η περίοδος των ‘’παχέων αγελάδων’’ του Χρηματιστηρίου, το 1999, δεν μπορούσε να αφήσει εκτός των εξελίξεων τον δραστήριο επιχειρηματία, ο οποίος εξαγόρασε την εταιρεία Χατζηλουκάς από τη Βόρεια Ελλάδα με εξειδίκευση σε εισαγωγές- εξαγωγές τεχνικής ξυλείας και επεκτάθηκε στο λιμάνι της Αλεξανδρούπολης και εν συνεχεία το 2004 στην Κομοτηνή.

Η ‘’χρυσή’’ εποχή για τη Σέλμαν και τον αείμνηστο ιδρυτή της έληξε κάπου εκεί, λίγο μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες, οπότε ξεκίνησε και η περίοδος των ζημιών για την ιστορική βιομηχανία, έστω κι αν ο Ηλιάδης προχώρησε σε μία ακόμη επιχειρηματική κίνηση το 2006 με την εξαγορά ποσοστού 40% της Sofrom Parquet, με δραστηριοποίηση στην παραγωγή ξύλινων δαπέδων στη Ρουμανία.

Ταυτόχρονα με την κίνηση αυτή, ιδρύθηκε και μία εμπορική εταιρία παρκέτων στην Αθήνα, η ΣΕΛΜΑΝ Σοφιανός Παρκέτα, με συμμετοχή σε ουκ ολίγα έργα με αποκορύφωμα το μεγαλύτερο έργο τότε για τον κλάδο, το ξενοδοχειακό συγκρότημα Costa Navarino στην Πύλο Μεσσηνίας, το οποίο εξασφάλισε η εταιρεία μεταξύ 40 άλλων ανταγωνιστών της.  Εν τω μεταξύ, σε μία προσπάθεια να ενισχυθεί η εταιρεία, να ανακοπεί η πτώση και να ανανεωθεί η διοικητική της ομάδα, στο δυναμικό του ομίλου προστίθεται ο Χρήστος Κομνηνός, γνωστός από την πορεία του στο εγχώριο επιχειρείν, σε ομίλους όπως η Coca Cola και η Παπαστράτος.

Στο τέλος του 2009 αρχές 2010  η οικογένεια Ηλιάδη οδηγήθηκε στην απόφαση να προχωρήσει στην πώληση της ΣΕΛΜΑΝ στην Alfa Wood των Α. Αδαμόπουλου και Χ. Αγοραστού, οι οποίοι, στη διάρκεια της κρίσης και δεδομένων των διογκούμενων προβλημάτων του ομίλου αναζήτησαν και αυτοί από την πλευρά τους επενδυτές χωρίς ωστόσο αποτέλεσμα για να έλθει η λύση του άρθρου 99 και τελικά της πτώχευσης.