50 χρόνια από το «κόλπο» Αντωνιάδη με 4 συμμαθητές του από την Ξάνθη για να δουν την πρόκριση του ΠΑΟ στο Γουέμπλεϊ

Σαν σήμερα μισό αιώνα πριν, στις 28 Απριλίου 1971, ο Παναθηναϊκός έγραψε ιστορία. Γιατί τότε γράφτηκε η ιστορία και οχι στις 2 Ιουνιου που απλά αγωνίστηκε στο Γουέμπλεϊ. Τέτοια μέρα 50 χρόνια πριν, το Τριφύλλι έπαιξε κόντρα στον Ερυθρό Αστέρα και κατάφερε να γυρίσει το βαρύ σκορ του αγώνα του Βελιγραδίου και να πάρει την πρόκριση στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών Ευρώπης.

Πρωταγωνιστής στην αναμέτρηση της Λεωφόρου ήταν ο Ξανθιώτης Αντώνης Αντωνιάδης, ο οποίος σημείωσε τα δύο από τα τρία τέρματα των Πρασίνων και ανεδείχθη πρώτος σκόρερ της διοργάνωσης με 10 γκολ. Και ας έμεινε στην ιστορία η περιγραφή από «το γκολ του Καμάρα, το τρίτο γκολ του Αριστείδη του Καμάρα, πως μπήκε μέσα ο μεγάλος ο Καμάρας» που περιέγραφε ο Διακογιάννης. Χωρίς τα δυο άλλα, η ανατροπή δεν θα είχε γίνει.

«Ήταν ο επαναληπτικός του 4-1 του Βελιγραδίου. Εκείνο το σκορ δεν αντιπροσώπευε την πραγματικότητα. Εμείς παίξαμε πάρα πολύ καλά. Ο Τάκης Οικονομόπουλος δέχτηκε δύο γκολ, στα οποία δεν αντέδρασε όπως συνήθιζε. Ήταν μία από τις χειρότερες βραδιές της καριέρας του. Το τρίτο γκολ δεν είχε περάσει τη γραμμή, αλλά το μέτρησε ο διαιτητής. Άρα στην ουσία ήρθαμε 1-1», θυμάται ο Ψηλός του Ελληνικού ποδοσφαίρου. Και συνεχίζει: «Βλέποντας εμείς την απόδοση του Ερυθρού Αστέρα, ο οποίος ειρήσθω εν παρόδω ήταν η Εθνική της ενωμένης τότε Γιουγκοσλαβίας, αφού είχε επτά άτομα στο αντιπροσωπευτικό συγκρότημα, προετοιμαστήκαμε καλύτερα. Ο Παναθηναϊκός είχε πάρα πολύ καλή ομάδα. Δεν έτρωγε γκολ με τίποτα στη Λεωφόρο και σκόραρε σε όλους τους εκτός έδρας αγώνες. Εμείς περιμέναμε καρτερικά τον επαναληπτικό. Ήταν ο αγώνας της ζωής μας, γιατί θα πηγαίναμε στον τελικό για πρώτη φορά. Λέγαμε τότε, όλοι, “έχουμε δυνατότητες να βάλουμε 3 γκολ”. Το πρόβλημα ήταν να μην τρώγαμε, γιατί δεν μπορούσαμε να το προβλέψουμε».

Για το ματς αυτό που περίμενε όλη η Ελλάδα ο Αντώνης Αντωνιάδης έχει περιγράψει στο βιβλίο του αλλά και σε διάφορες συνεντεύξεις του, ακόμα και σε πρόσφατες ραδιοφωνικές δηλώσεις του, μια ξεχωριστή ιστορία. Αφορά τρεις ή τέσσερις συμμαθητές του από την Ξάνθη. «Στον ημιτελικό με τον Ερυθρό Αστέρα είχαν έρθει 3 συμμαθητές μου από την Ξάνθη και με πίεζαν για εισιτήρια. Είχα μόνο ένα φοράκι. Συνεννοήθηκα με τον υπεύθυνο της πάλης, τον Παπμπούρη και τους έβαλα να κοιμηθούν κρυφά στο ρινγκ της πυγμαχίας! Κάτω από την εξέδρα δηλαδή, αλλά στο εσωτερικό του γηπέδου. Πηγαν εκεί από την παραμονή και κοιμήθηκαν εκεί. Τους είπα μόνο να μη λερώσουν και να μην κάνουν ζημιά. Τους πήρα από το μπακάλικο ψωμί, τυρί και ελιές. Και από το πρωί του αγώνα με το που ξύπνησαν, έπιασαν το πρώτο κάγκελο όρθιοι και περίμεναν την έναρξη».

Η έναρξη ήταν το απόγευμα και ο Αντώνης Αντωνιάδης σίγουρα αποζημίωσε τους φίλους του και όλη την φίλαθλη Ελλάδα. «Ήρθε το απόγευμα της 28ης Απριλίου του ’71 και στο 30ο δευτερόλεπτο έβαλα το γρηγορότερο γκολ της καριέρας μου. Έχω και τη μετάδοση του Γιαννακάκου που άρχισε την περιγραφή του φωνάζοντας γκολ, γκολ, γκολ», εξιστορεί και συνεχίζει: «Το γήπεδο κόχλαζε. Η ατμόσφαιρα ήταν εκρηκτικότατη. Τέτοιο πράγμα ίσως δεν έχει ξαναγίνει σε ποδοσφαιρικά χρονικά! Στο τέλος του πρώτου ημιχρόνου ήμασταν καλύτεροι αλλά δεν ευκαιρίσαμε να βάλουμε δεύτερο γκολ. Και μας είπε ο αείμνηστος ο Πούσκας, “έχετε τον αέρα του αγώνα, προηγείστε 1-0, κοιτάξτε να είστε με αυτοσυγκέντρωση και με ρεαλισμό να βάλετε το δεύτερο στις αρχές του δευτέρου ημιχρόνου και το τρίτο θα το βάλει ο κόσμος”. Ακριβώς αυτή τη φράση μας είπε. Ο κόσμος είναι μία αλληγορική έννοια, εννοούσε όλη την ατμόσφαιρα που θα ήταν εις βάρος των Γιουγκοσλάβων».

Τα λόγια του Ούγγρου τεχνικού τελικά επιβεβαιώθηκαν στο δεύτερο 45λεπτο. «Πράγματι ήρθε το δεύτερο γκολ με την καλύτερη κεφαλιά της καριέρας μου, ύστερα από σέντρα του Φυλακούρη. Έκανα ένα από τα καλύτερα άλματά μου. Το κεφάλι του τερματοφύλακα, Ντουίκοβιτς που ήταν 1,90 ήταν στον γοφό μου. Δηλαδή ένα μέτρο κάτω!  Φανταστείτε πόσο ψηλά πήδησα. Ήταν μία κεφαλιά λόμπα, όπως λέγεται στη μπασκετική ορολογία, την οποία ο τερματοφύλακας έτρεξε να αποκρούσει προς τα πίσω, αλλά δεν μπόρεσε να αντιδράσει σωστά. Η μπάλα είχε ήδη μπει στα δίχτυα», προσθέτει.

Ο Παναθηναϊκός, όμως, δεν είχε εξασφαλίσει ακόμα το εισιτήριο για το Λονδίνο. Έπρεπε να περάσει μέσα από χίλια κύματα στο ματς για να το καταφέρει. «Πηγαίναμε για το τρίτο γκολ και για να μη φάμε… Γιατί αν το δεχόμασταν δεν ήταν εύκολο να βάζαμε άλλα δύο. Πιέζοντας, ήρθε η ιερή στιγμή με τον Φυλακούρη που έκανε ένα μπάσιμο, ο Πούσκας του φώναζε “Καμάρας, Καμάρας”, ο Τότης έδωσε μπαλιά τρύπα στον Αριστείδη, μέσα στην περιοχή και εκείνος σούταρε και πέτυχε το 3-0. Το τρίτο γκολ δεν μπήκε στο τέλος, για να πούμε ότι το ματς τελείωσε και το μόνο που χρειαζόταν ήταν να καθίσουμε όλοι άμυνα. Είχε παιχνίδι μπροστά μας. Και γίνεται η φάση με τον Κάρατζιτς, τον κεραυνό του οποίου απέκρουσε ο Κωνσταντίνου με τα ακροδάχτυλα. Έτσι κρατήσαμε το 3-0 που μας έδωσε την πρόκριση. Ο Βασίλης ξεκίνησε βασικός, γιατί ο βασικός τερματοφύλακας, ο Τάκης Οικονομόπουλος, στον πρώτο αγώνα στο Βελιγράδι είχε τη χειρότερη μέρα στην καριέρα του. Έπαθε κλακάζ, είχε μία κακή ημέρα. Οπότε ο Πούσκας στον επαναληπτικό, για να τον προστατέψει δεν τον έβαλε», είπε τελειώνοντας την αφήγησή του για το ιστορικό παιχνίδι της 28ης Απριλίου του 1971 ο Αντώνης Αντωνιάδης.

Η σημασία της νίκης του Παναθηναϊκού ήταν τεράστια. Τότε, όμως, οι ποδοσφαιριστές δεν είχαν συνειδητοποιήσει τι είχαν καταφέρει. «Δεν καταλάβαμε τι πετύχαμε. Δεν μπορούσαμε να διανοηθούμε το μέγεθος της επιτυχίας, να φτάσει δηλαδή η ομάδα στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών, του σημερινού Τσάμπιονς Λιγκ. Ήταν μία ομάδα αμιγώς αποτελούμενη από ελληνόπουλα και έχει τη σημασία του αυτό. Τώρα βλέπουμε ποιες ομάδες πάνε. Μπαρτσελόνα, Ρεάλ, Μπάγερν, Ατλέτικο. Μια αμιγώς ελληνική ομάδα έφτασε σε αυτόν τον τελικό. Το μέγεθος της επιτυχίας το καταλάβαμε μετά, όταν πέρασαν τα χρόνια“, επισημαίνει ο Αντώνης Αντωνιάδης, ο οποίος παράλληλα σε δηλώσεις του στο SportsDog έκανε μία πολύ σοβαρή παρατήρηση για την ομόνοια που είχαν τότε όλοι οι Έλληνες οπαδοί.

«Εκείνη την ημέρα, όλος ο ελληνικός λαός, ανεξαρτήτου οπαδικής ταυτότητας, είχε βγει στους δρόμους. Γιατί ήταν εθνική υπόθεση. Άφησαν πίσω όλες τις βλακείες που έχουμε στην Ελλάδα, τα πολιτικά, τα ομαδικά και τα κομματικά. Στην αυτοβιογραφία μου, στη σελίδα 163 έχω μία φωτογραφία, στην οποία απεικονίζονται φίλαθλοι του Ολυμπιακού που κρατούν ένα πλακάτ. Αυτό έλεγε “Παναθηναϊκέ, οι φίλοι του Ολυμπιακού είναι μαζί σου”. Για να φανταστούμε, μπορεί να συμβεί αυτό σήμερα; Έχει αλλάξει η κοινωνία. Τώρα αν χάσει μία ελληνική ομάδα, οι οπαδοί της άλλης πανηγυρίζουν».