Ο Κώστας Δεληκώστας στο ThrakiSportS για τον ΠΑΟΚ, την Εθνική, τον Έβρο και το «βόλεϊ από ένστικτο και όχι από μέθοδο»

Ο Κώστας Δεληκώστας θεωρείται τα τελευταία χρόνια ένας από τους πιο επιτυχημένους Έλληνες προπονητές. Με καταγωγή από το Σουφλί που έχει μεγάλη παράδοση στο βόλεϊ, από τα πρώτα χρόνια του ως προπονητής έκατσε σε σημαντικούς πάγκους και «ηλεκτρισμένες» καρέκλες ενώ έχει δουλέψει και ως ομοσπονδιακός ως βοηθός του Δρίκου στην Εθνική Ελλάδος αλλά πιο παλιά με απόλυτη επιτυχία και στην Κύπρο, τόσο στην Εθνική Ανδρών αλλά και στην ανάπτυξη του Κυπριακού βόλεϊ.

Ο ίδιος έχει βρεθεί σε προπονητικά καμπ των ΗΠΑ ενώ έχει προπονήσει και εξακολουθεί να προπονεί και ατομικά υψηλού επιπέδου παίχτες, Έλληνες και ξένους. Με αφορμή την ολοκλήρωση μιας επεισοδιακής και ιδιαίτερης σεζόν λόγω της πανδημίας, ο Εβρίτης προπονητής μίλησε στο ThrakiSportS και αναφέρθηκε με έμφαση στο τέλμα στο οποίο έχει περιέλθει το ελληνικό βόλεϊ, καθώς όπως ο ίδιος τονίζει, επικρατεί το «βόλεϊ από ένστικτο και όχι από μέθοδο».

Δεν παραλείπει να αναφερθεί στο τι φταίει σε Ορεστιάδα και Αλεξανδρούπολη με αποτέλεσμα ο Έβρος για πρώτη φορά να μην έχει εκπροσώπηση με ομάδα στα σαλόνια του ελληνικού πρωταθλήματος. Αποκαλύπτει μια είναι τα δικά του ερεθίσματα που τον ώθησαν να γίνει προπονητής. Η συζήτηση ωστόσο ξεκίνησε από το σήμερα, τον φετινό ΠΑΟΚ και την απομάκρυνση του από την ομάδα του δικεφάλου μετά από κάποια ανεπιτυχή αποτελέσματα….

Κόουτς, μόλις ολοκληρώθηκε μια ιδιαίτερη λόγω της πανδημίας σεζόν στο βόλεϊ με τον Ολυμπιακό να αναδεικνύεται πρωταθλητής και τον Φοίνικα Σύρου να κατακτά το Λιγκ Καπ. Εσύ βρέθηκε φέτος για δεύτερη φορά στον ΠΑΟΚ, η χρονιά ξεκίνησε διαφορετικά και σε δύο δόσεις, με επιτυχίες αλλά και ατυχή αποτελέσματα, δέχθηκες κριτική από μερίδα οπαδών, εν τέλει το τέλος της σεζόν δεν σε βρήκε στην ομάδα. Είναι η πρώτη φορά που μιλάτε μετά το διαζύγιο με τον «Δικέφαλο». Τι έφταιξε λοιπόν, τι πήγε λάθος;

“Στον πρωταθλητισμό κρίνεσαι μόνο από τα αποτέλεσμα. Σίγουρα όταν τα αποτελέσματα δεν είναι αυτά που πρέπει ο κύριος υπεύθυνος είναι ο προπονητής. Δεν έχω κανένα παράπονο από τη διοίκηση του ΠΑΟΚ. Τα τελευταία χρόνια ο ΠΑΟΚ κάνει τα ρόστερ του με βάση το βιογραφικό των παικτών και όχι με τα χαρακτηριστικά τους. Το πιο σοβαρό θέμα είναι η “χημεία” στην ομάδα. Φέτος με τις επιλογές που κάναμε “επενδύσαμε” βάση των χαρακτηριστικών.

Ναι και σας θυμάμαι να δηλώνετε αρκετά αισιόδοξος στο ξεκίνημα, με αποτέλεσμα ο πήχης που σε μια ομάδα όπως ο ΠΑΟΚ είναι ήδη ψηλά, να ψηλώσει περισσότερο…

Ήμουν πολύ αισιόδοξος για τα αποτελέσματα που θα φέρναμε. Όμως μετά από 1,5 μήνα προετοιμασίας ο πασαδόρος Τελλες, που τον επέλεξα για την ακρίβεια στην πάσα και το ότι ήταν πολύ καλός στο τακτικό κομμάτι, είχε οικογενειακό πρόβλημα κι έφυγε για τη Βραζιλία. Να φανταστείτε ότι η διοίκηση του πρότεινε να ξαναγυρίσει τον Δεκέμβριο!!! Επίσης μας επηρέασε και ο τραυματισμός του Κουμεντάκη που τον χάσαμε σε δυο ντέρμπι με ΠΑO και Ολυμπιακό ενώ πριν από το πρώτο ντέρμπι της χρονιάς με τη Σύρο χάσαμε και τον Μπατατζίμ ο οποίος προοριζόταν για να είναι από τους βασικούς συντελεστές στην επίθεση. Δεν μπορέσαμε να αντικαταστήσουμε αυτούς τους δυο παίκτες και τα αποτελέσματα ήταν ατυχή!

Μήπως θα έπρεπε αυτά να έχουν επικοινωνηθεί στον κόσμο; Το λέω γιατί θυμάμαι μετά τον ημιτελικό του ΠΑΟΚ με τον μετέπειτα πρωταθλητή Παναθηναϊκό στα περσινά πλέι οφ να λέτε μια φράση που αρκετοί δεν κατάλαβαν. Η φράση αυτή ήταν «οι προπονητές πρέπει να τα εξηγούν σωστά»…

Ναι, το είπα και επιμένω σε αυτό. Ακούμε πολλές φορές δηλώσεις προπονητών “το θέλαμε πιο πολύ” και ότι “δεν είχαμε ρυθμό”. Ο κόσμος που μας ακούει “απαιτεί” από τον προπονητή στις δηλώσεις του να μάθει ποιο ήταν το κυρίαρχο στοιχείο της ομάδας του που δούλεψε σωστά και κέρδισε το ματς ή το αντίθετο σε περίπτωση ήττας. Αν δείτε δηλώσεις προπονητών στο μπάσκετ θα το καταλάβετε. Ζηλεύω τη δομή που έχει το μπάσκετ στην Ελλάδα. Γι’ αυτό και πολλοί Έλληνες προπονητές είναι σε τοπ επίπεδο. Κατά την άποψη μου είναι το πρώτο σπορ στη χώρα και αυτό γίνεται γιατί υπάρχει πολύ καλή τεχνογνωσία από τους προπονητές“.

Από τα λόγια σας καταλαβαίνω ότι δεν έχετε διάθεση να κρυφτείτε, ούτε να αποποιηθείτε των όποιων ευθυνών σας για την κάμψη που παρατηρείται στο άθλημα στην χώρα. Αλήθεια όμως, ποιοι προπονητές σας επηρέασαν ώστε να χτίσετε τη φιλοσοφία σας σαν προπονητής;

“Σιγουρά ο Ντανιέλε Ριτσι όταν πήγα 7 μήνες στην Τονο Κάλιπο για να δω τη δουλειά “από μέσα” στην αρχή της καριέρας μου. Ο Κυριάκος Καμπερίδης όταν ήμουν παίκτης στον Ηρακλή μας έμαθε να “βλέπουμε” και όχι να “κοιτάμε” το άθλημα. Και ο Σωτήρης Δρίκος που τον θεωρώ τον καλύτερο Έλληνα προπονητή γιατί είχε επιτυχίες και στην ανάπτυξη αλλά και σε υψηλό επίπεδο”.

Εχετε δουλέψει μαζί με τον Δρίκο, ήσασταν ο βασικός βοηθός του στην Εθνική Ομάδα Ανδρών. Αληθεια, πως βλέπετε τη σημερινή Εθνική Ομάδα;

“Η Εθνική Ομάδα με την αύξηση των ομάδων από 12 σε 24 πέρασε στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα και σίγουρα έκανε μια καλή πορεία. Όμως κακά τα ψέματα, είμαστε μακριά από το υψηλό επίπεδο. Οι παίκτες που μπορούν να το “αγγίξουν” είναι ο Κοκκινάκης στη θέση του λίμπερο και ο Ράπτης, αλλά ΑΝ βελτιωθεί στην υποδοχή.

Τονίσατε ιδιαίτερα αυτό το «αν»…

Ναι, γιατί στην Ελλάδα έχουμε πολύ το ΑΝ, κάτι που στον πρωταθλητισμό δεν υπάρχει στο λεξιλόγιο! Η ομοσπονδία πρέπει να οργανώσει την ανάπτυξη ώστε να ανεβεί το επίπεδο των προπονητών και να δώσει κίνητρα.

Θέλετε να μας δώσετε ένα παράδειγμα;

Ναι. Το 2005 είχα δώσει μια συνέντευξη στο περιοδικό της ομοσπονδίας και μίλησα για το “καρτολίνο”. Το καρτολίνο δεν λειτουργεί σωστά στην Ελλάδα. Είναι πολύ λίγα τα οικονομικά ανταλλάγματα που κερδίζει μια ομάδα αν “βγάλει” έναν παίκτη στην Εθνική Ομάδα. Με λίγα λόγια δεν μπορεί ο ταλαντούχος παίκτης που πάει στην Εθνική Ανδρών να έχει το ίδιο καρτολίνο με τον παίκτη που τελειώνει η καριέρα του στη Εθνική Εφήβων.

Δίνετε μεγάλη έμφαση στην ανάπτυξη. Θυμάμαι ότι και στις τέσσερις σεζόν που ήσασταν στην Εθνική Ανδρών της Κύπρου δουλεύατε στην ανάπτυξη τους χειμερινούς μήνες. Αλήθεια, ποιες είναι οι διαφορές ενός προπονητή της ανάπτυξης με έναν προπονητή στην κατηγορία των ανδρών;

“Ο προπονητής της ανάπτυξης πρέπει να είναι παιδαγωγός και να είναι άριστος γνώστης της τεχνογνωσίας του αθλήματος. Πολλές φορές ακούμε τη λέξη τεχνική αλλά δε νομίζω ότι είναι επαρκής.

Τι εννοείτε;

Η τεχνική έχει να κάνει με την κίνηση σε μια δεξιότητα. Η τεχνογνωσία έχει να κάνει πρώτον με τον χρόνο που θα μπούμε στην τροχιά της μπάλας, δεύτερον με την προσέγγιση ως προς την τροχιά και τρίτον με το κινητικό μοντέλο της δεξιότητας σε ιδανικές ή μη ιδανικές συνθήκες. Ο βασικός σκοπός του προπονητή της ανάπτυξης είναι να φτάσει τους παίκτες του στα αθλητικά όρια τους. Να επιλέξει ταλαντούχους παίκτες και να τους εκπαιδεύσει έτσι ώστε να υπάρχουν πιθανότητες να παίξουν στο ανώτερο επίπεδο. Πολλοί προπονητές κυνηγάνε τα αποτελέσματα αλλά κατά τη γνώμη μου προέχει το γεγονός ο παίκτης να εκπαιδευτεί όσο το δυνατόν καλύτερα.

Σε αντίθεση προφανώς με τις μεγαλύτερες κατηγορίες όπου όπως είπατε και στο ξεκίνημα της συνέντευξής μας, κυρίως το αποτέλεσμα μετράει…

Ο κόουτς στις κατηγορίες ανδρών και γυναικών πρέπει να είναι πολύ καλός στη οργάνωση του παιχνιδιού, στην ανάλυση του αντιπάλου, στην επιλογή της τακτικής που θα επιλέξει για τον εκάστοτε αντίπαλο και να κοουτσάρει σωστά την ομάδα, ειδικά στο κλείσιμο των σετ. Eίναι να έχει ατομικό πλάνο για κάθε παίκτη όσων αφορά τη βελτίωση του. Μικρές βελτιώσεις στους παίκτες δίνουν μεγάλα αποτελέσματα. Άφησα τελευταίο το κομμάτι της διαχείρισης των παικτών γιατί στην Ελλάδα το έχουμε “μπερδέψει” με την κολακεία”.

Μεγάλη κουβέντα αυτή. Και δύσκολο ειδικά αν κάποιος έχει να διαχειριστεί παίκτες – βεντέτες. Αλήθεια, ποιες σχολές θεωρείτε κορυφαίες στον κόσμο;

“Για εμένα δεν υπάρχουν σχολές συγκεκριμένες ανά χώρα αλλά προπονητές με επιτελεία που είναι σε πολύ υψηλό επίπεδο, τόσο εξέλιξης παιχτών όσο και τακτικής. Τα τελευταία χρόνια, άποψη μου, σε τέτοιο επίπεδο ήταν το επιτελείο του Μπερναρντίνιο της Εθνικής Βραζιλίας Ανδρών και του Τζιουτέτι στην Βακίφανμπανκ και την Εθνική Γυναικών της Τουρκίας”.

Επειδή για όλα υπάρχει όμως και το πρώτο έναυσμα, κόουτς εσείς πως ξεκινήσατε να ασχολείστε με το βόλεϊ;

“Ξεκίνησα το βόλεϊ στον Έβρο Σουφλίου με προπονητή τον κύριο Αρχοντούλη ο οποίος ήταν άριστος παιδαγωγός και πολύ καλός στην τεχνογνωσία του αθλήματος. Αυτά που εξήγησα και πριν. Μας έμαθε να βάζουμε το “εμείς” πάνω από το “εγώ”  και σε κάθε προπόνηση μας προέτρεπε να προσπαθούμε στο μέγιστο βαθμό για να προοδεύουμε.  Τον σεβασμό ως προς το πρόσωπο του τον “κέρδισε” και δεν μας τον “επέβαλλε”! Ήταν πολύ μπροστά από την εποχή του!

Και πότε αποφασίσατε να ασχοληθείτε με την προπονητική;

Η πρώτη μου σκέψη ότι υπάρχει πιθανότητα να ακολουθήσω την προπονητική ήταν όταν πήγα σε ηλικία 28 χρόνων από τον Ηρακλή στη ΕΑ Πατρών. Η ομάδα της Πάτρας στο ρόστερ της είχε μικρούς παίκτες σε ηλικία αλλά πολύ ταλαντούχους. Είχα πολύ καλή συνεργασία με τον προπονητή κύριο Άρη Αγγελόπουλο και ήταν αυτός που με παρότρυνε όταν τελειώσω την καριέρα μου σαν παίκτης να ακολουθήσω την προπονητική.  Δεν σας κρύβω ότι μετά από αυτή τη σεζόν είχα “σκοτώσει” τον παίκτη από μέσα μου.  Είναι το πρώτο που πρέπει να κάνεις όταν πρέπει να ακολουθήσεις προπονητική καριέρα!“.

Κάπου είχα διαβάσει ότι θεωρείτε από τις σημαντικότερες επιτυχίες σας στην προπονητική όχι κάποιον τίτλο αλλά ότι στην ας πούμε μικρομεσαία ομάδα του Παμβοχαϊκού η διοίκηση με τη συμβολή σας ξεχρέωσε 220.000 ευρώ. Καταρχήν, είναι αλήθεια αυτό;

Ναι είναι αλήθεια. Αυτό το πετύχαμε γιατί επιλέγαμε παίκτες νεαρούς από την εθνική εφήβων που ήθελαν να βελτιωθούν και δεν είχαν είχαν υψηλές οικονομικές απαιτήσεις. Οι ξένοι ήταν νεαροί που είχαν τα προσόντα με βελτίωση σε κάποιους τομείς να κάνουν τη διαφορά στο ελληνικό πρωτάθλημα. Πολλοί από αυτούς μετά από τη δουλειά που κάναμε στο Βραχάτι παίξανε σε υψηλού επιπέδου πρωταθλήματα. Όταν δημιουργείς “υπεραξία” και σε αυτό το ελληνικό πρωτάθλημα με τους μικρούς προϋπολογισμούς μπορείς να δημιουργήσεις κέρδη“.

Αυτό ήταν το μοντέλο που ακολουθήθηκε και στην Αλεξανδρούπολη και δυστυχώς την φετινή σεζόν ούτε ο Παμβοχαϊκός αλλά ούτε και ο Εθνικός υπήρχαν στον βολεϊκό χάρτη, προφανώς λόγω των χρεών που δημιουργήθηκαν στο παρελθόν.

Όχι.Για τον Παμβοχαικο που έχω γνώση δεν είχε πλέον χρέη. Η διοίκηση Σταμπεδάκη αποχώρησε γιατί διαφώνησε με τη Λίγκα!Ενώ ο Παμβοχαικός ξεχρέωσε, υπήρχαν ομάδες με χρέη και ταυτόχρονα κάνανε μεγάλους προϋπολογισμούς! Δυστυχώς αποχώρησε από το ελληνικό βόλλευ ένας πολύ σοβαρός παράγοντας.

Στον Έβρο πάντως το ζήτημα ήταν τα χρέη και μιας και έχετε περάσει από τον πάγκο του Εθνικού παλιότερα αλλά και της Ορεστιάδας, τι φταίει και δεν βρίσκονται οι ομάδες του Έβρου πλέον σε υψηλό επίπεδο; Και βασικά, τι πρέπει να γίνει για να επανέλθουν στην Α1 Κατηγορία και αλλά και να ξαναρχίσουν να “βγάζουν” αθλητές υψηλού επιπέδου;

Η Αλεξανδρούπολη και η Ορεστιάδα έχουν ένα μεγάλο πλεονέκτημα σε σχέση με τις άλλες πόλεις στην Ελλάδα. Ο σωματότυπος του ταλέντου στο μπάσκετ και στο βόλεϊ έχει κοινά χαρακτηριστικά. Σε όλη την Ελλάδα τα παιδιά έχουν σαν πρώτο άθλημα το μπάσκετ ενώ στον Έβρο το βόλεϊ. Μην ξεχνάμε το Σουφλί γιατί το μεγαλύτερο ταλέντο τα τελευταία χρόνια στον Έβρο είναι ο Δημήτρης Μούχλιας με προπονητή τον αξιόλογο Νίκο Μούχλια. Από την Αλεξανδρούπολη και την Ορεστιάδα τα ταλέντα δεν λείπουν.

Αν δεν λείπουν τα ταλέντα, τι πηγαίνει λάθος; Τι πρέπει να γίνει για να ξαναδούμε τον Εβρο, είτε μέσω της Αλεξανδρούπολης είτε μέσω της Ορεστιάδας είτε του Σουφλίου, να γίνεται πρωτεύουσα του ελληνικού βόλεϊ;

Πρέπει να αλλάξει η προπονητική διαδικασία. Μαγική λέξη για τους προπονητές είναι η “μέθοδος” και πρέπει να αποβάλλουν τη λέξη “ένστικτο”. Δυστυχώς έχουμε μείνει πίσω στην τεχνογνωσία και προσπαθούμε με μεθόδους του 1990 να φέρουμε αποτελέσματα το 2021.Τα παιδιά του 2021 έχουν τελείως διαφορετικές παρατάσεις από τη δική μας γενιά. Αν το παιδί δεν βλέπει ότι προοδεύει θα φύγει. Πρέπει εμείς (προπονητές) να μπούμε στο μυαλό τους για να μπορέσουμε να κεντρίσουμε το ενδιαφέρον και να παθιαστούν με το άθλημα”.