Μια όμορφη ιστορία από την Καβύλη της Ορεστιάδας με αφορμή μια φωτογραφία με τον Ντιέγκο

Ο Ντίνος Καραμητρούσης (που έχει φίλους σε όλη την Θράκη αλλά και συγγενείς στην Αλεξανδρούπολη) τυγχάνει από τους πιο παλιούς και πιο έγκυρους ρεπόρτερ του ΠΑΟΚ και από τους κορυφαίους αθλητικούς συντάκτες της Θεσσαλονίκης.

Επί χρόνια ανταποκριτής του Αθηναϊκού – Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων, ανήρτησε στον προσωπικό του λογαριασμό στο facebook αυτήν την φωτογραφία με τον Ντιέγκο Μαραντόνα την ώρα που τον είχε περικυκλώσει μαζί με άλλους δημοσιογράφους για δηλώσεις στο περιθώριο των αγώνων ΠΑΟΚ-Νάπολι το 1988.

Αυτή η φωτογραφία ωστόσο αποτέλεσε την αφορμή για να του γράψει μια ανοιχτή επιστολή ένας άλλος πολίτης, με τον οποίο υπηρετούσαν μαζί φαντάροι την περίοδο της δικτατορίας στην Καβησό του Έβρου. Το κείμενο είναι συγκλονιστικό, αποκαλύπτει μια πολύ ξεχωριστή ιστορία φαντάρων και έχει ως εξής:

Επιστολή στον Ντίνο Καραμητρούση ένα φίλο από τα παλιά…
Αγαπητέ Ντίνο. Με αφορμή αυτή τη φωτογραφία με τον γίγαντα Ντιέγο, αλλά και πολλές άλλες φωτογραφίες σου με διάσημους ανθρώπους του ποδοσφαίρου, έχω να σου πω τα εξής:
Πρώτα – πρώτα χαίρομαι πάρα πολύ που κατάφερες την αγάπη σου για τον αθλητισμό και περισσότερο για το ποδόσφαιρο, το χόμπι σου δηλαδή, να το κάνεις επάγγελμα που γνωρίζω με τι αγάπη και ευσυνειδησία υπηρέτησες. Συνεπώς αυτές οι φωτογραφίες είναι τα βιώματα στη ζωή σου και καταλαβαίνω πόσο σημαντικά είναι.

Δευτερεύοντος θα αναφέρω την πρώτη και μοναδική γνωριμία μας στον στρατό στην 133 Μ.Π.Π. στην Καβύλη της Ορεστιάδας τον Μάϊο του 1974. Τότε είχαμε ακόμα δικτατορία και οι περισσότεροι φαντάροι για να μην πω όλοι, είχαμε αριστερές πεποιθήσεις. Αυτό άλλωστε σημαίνει και η παράφραση που είχαμε δώσει στο Μ.Π.Π. ( Μοίρα πεδινού πυροβολικού ) σε Μοίρα πεταμένων πτωμάτων. Ήσουν ο επιλοχίας μας σαν παλιοσειρά τότε. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τον αγώνα που έκανες να μας γλυτώσεις από πολλά δεινά ( καψώνια, τιμωρίες κ.λ.π. ).
Αυτό που θα μου μείνει αξέχαστο ( εσύ μπορεί να μη το θυμάσαι ) είναι το πρωϊνό της 24ης Ιουλίου ημέρας δηλαδή που έπεσε η χούντα. Το διοικητήριο του στρατοπέδου είχε μεταφερθεί σε ένα σπίτι στο χωριό και είχε κηρυχτεί γενική επιστράτευση. Όταν ο διοικητής – Σακελλαρόπουλος νομίζω λεγόταν – με κάλεσε στο γραφείο του, κράταγε στα χέρια του ένα φύλλο της εφημερίδας « ΑΘΗΝΑΙΚΗ » με άρθρο της μητέρας μου που είχε βγει από τις φυλακές Κορυδαλλού που κρατείτο ως πολιτική κρατούμενος. Με ρώτησε τι την είχα και του απάντησα ότι ήταν μητέρα μου. Πόσο καιρό έχεις να την δεις, με ρώτησε. Του απάντησα επτά μήνες. Τότε στράφηκε σε σένα που στεκόσουν στο πλάϊ και σε ρώτησε εάν μπορούμε να μου δώσει άδεια λίγων ημερών. Μα φυσικά κ. διοικητά του είπες. Η μάνα είναι ιερό πράγμα…
Έτσι μέσα στον γενικό χαμό με την επιστράτευση, εγώ βρέθηκα στην Αθήνα. Δεν θυμάμαι εάν σε ευχαρίστησα τότε. Μάλλον όχι. Το κάνω ετεροχρονισμένα τώρα.
Κλείνοντας θέλω να ευχηθώ να είσαι καλά και συ και η οικογένειά σου και να θυμάσαι μέσα από τις φωτογραφίες σου τις υπέροχες στιγμές που έζησες…