Ο πόνος που προκαλούν οι πόλεμοι, ακόμη και οι «ευλογημένοι», εκείνοι που γίνονται για την υπεράσπιση εδαφών ή πληθυσμών, είναι πάντοτε «βαρύς».
Τόσο, ώστε να μην είναι ποτέ εύκολο για την υπερηφάνεια που δημιουργεί ο ηρωισμός των λίγων, να τον λυγίσει, στη «ζυγαριά» των συναισθημάτων. Η συμφωνία που υπογράφηκε τη Δευτέρα με το Αζερμπαϊτζάν, υπό την εποπτεία της Ρωσίας, χαρακτηρίστηκε οδυνηρή για την Αρμενία, σήμανε όμως τον πλήρη τερματισμό ενός πολέμου στο Αρτσάχ (ή Ναγκόρνο-Καραμπάχ για τους Αζέρους) που διήρκεσε κάτι παραπάνω από σαράντα ημέρες και που σε βάθος χρόνου έμοιαζε να είναι χαμένη υπόθεση, παρά τις κερδισμένες μάχες που κρατούσαν ψηλά το ηθικό.
Στη χώρα μας ζουν περίπου ογδόντα χιλιάδες πολίτες αρμενικής καταγωγής οι οποίοι βίωσαν, έστω και από απόσταση, τις εχθροπραξίες του προηγούμενου διαστήματος, αγωνιώντας για τους δικούς τους ανθρώπους στο μέτωπο, αλλά και για την έκβαση της σύγκρουσης, σε μία αρκετά ταλαιπωρημένη γη. Ο Ανδρέας Μκρτσιαν, Εβρίτης ποδοσφαιριστής με πολυετή διαδρομή στα γήπεδα των εθνικών κατηγοριών του ελληνικού ποδοσφαίρου, μοιράστηκε με την «Ωρα των Σπορ» μερικές από τις σκέψεις του μετά την κατάπαυση του πυρός, περιγράφοντας παράλληλα τις στιγμές αγωνίας που βίωνε μέρα με τη μέρα, καθώς περίμενε να ενημερωθεί για τη ζωή του θείου του και των εξαδέλφων του, οι οποίοι πολεμούσαν από την πρώτη γραμμή.
«Ο αδερφός της μητέρας μου και τα δύο μου ξαδέρφια, μέχρι και το βράδυ της Δευτέρας ήταν στην πρώτη γραμμή. Ήταν εκεί από την αρχή του πολέμου. Ξεκίνησαν για το ταξίδι της επιστροφής, μόνο αφότου υπογράφηκε η συμφωνία και ανέλαβαν οι Ρώσοι την επιτήρηση της περιοχής. Κάθε μέρα δημοσιευόταν η λίστα με τους νεκρούς και ζούσα με την αγωνία μην τυχόν βρίσκονταν τα ονόματά τους μέσα. Ήταν ό,τι πιο αγχωτικό σε αυτές τις σαράντα μέρες. Προσπαθούσα να επικοινωνώ κάθε μέρα και να μαθαίνω ότι πήραν τηλέφωνο και είναι καλά. Επειδή απαγορεύονταν τα τηλέφωνα, υπήρχε δυνατότητα για μόνο ένα τηλεφώνημα τη μέρα. Κάθε πρωί περιμέναμε αυτό το τηλεφώνημα» συγκλονίζει με τα όσα λέει ο Ελληνοαρμένιος ποδοσφαιριστής.
Εξηγεί: «Στο Αρτσάχ ζουν σε συντριπτικό ποσοστό Αρμένιοι, που επιθυμούσαν την αυτονομία της περιοχής για την αποτροπή του πολέμου, αλλά και ένα μικρό ποσοστό Αζέρων. Στις αρχές του περασμένου αιώνα, επί Σοβιετικής Ένωσης, Αρμένιοι και Αζέροι ζούσαν αρμονικά πάντα και ανάμικτοι σε κοινές περιοχές. Μετά το μοίρασμα, παρότι οι Αρμένιοι ήταν πολύ περισσότεροι από τους Αζέρους, ο Στάλιν έδωσε την περιοχή στο Αζερμπαϊτζάν και από τότε ξεκίνησαν όλα. Η πρώτη σύγκρουση καταγράφηκε το 1992, τα τελευταία χρόνια σημειώθηκαν ορισμένα ακόμα μεμονωμένα επεισόδια και φτάσαμε στην πρόσφατη πολεμική σύρραξη που κράτησε περίπου σαράντα ημέρες».
Η διαφορά μεγεθών σε αυτή τη μάχη ήταν τέτοια, που ευλόγως ωθεί τον 32χρονο ποδοσφαιριστή να μιλήσει για ηρωική πράξη από πλευράς συμπατριωτών του. «Οι δικοί μου άνθρωποι μού έχουν μεταφέρει συγκλονιστικές εικόνες από όσα έζησαν! Για παράδειγμα, τη Δευτέρα, στη μάχη που γινόταν στο Σούσι, οι Αρμένιοι στρατιώτες πήραν μία μεγάλη νίκη, παρότι ήταν μόνο χίλιοι πεντακόσιοι και απέναντί τους είχαν δεκαεπτά χιλιάδες στρατό! Όλο αυτό το διάστημα η παρουσία του στρατού της Αρμενίας ήταν ηρωική! Είναι αξιοθαύμαστο το πως άντεχε τόσες εβδομάδες. Οι δυνάμεις του Αζερμπαϊτζάν αποτελούνταν ακόμη και από Τούρκους ή και Τζιχαντιστές, ενώ χρησιμοποίησαν και όπλα πέμπτης γενιάς. Μία χώρα τριών εκατομμυρίων τα έβαλε με… μεγαθήρια! Οι Τούρκοι και οι Αζέροι πίστευαν πως μέσα σε τρεις μέρες θα κατακτούσαν όλο το Αρτσάχ, κάτι που βεβαίως δεν συνέβη».
Ο Ανδρέας Μκρτσαν προσθέτει: «Το Σούσι είναι μία σημαντική πόλη, με εκκλησίες χιλίων χρόνων, που από ό,τι καταλαβαίνουμε, όπως ήρθαν τα πράγματα, χάθηκε για την Αρμενία. Ήταν ηρωικό όλο αυτό που έγινε, αλλά δεν ξέρω, χωρίς στήριξη, αν θα ήταν δυνατόν να έχει συνέχεια… Ίσως η συμφωνία να ήταν και μια λύτρωση».
Στον επίλογο της συζήτησης, ο Ανδρέας εξομολογείται: «Το δικό μου παράπονο είναι ότι οι Αζέροι χτυπούσαν αμάχους στην πρωτεύουσα του Αρτσάχ (Στεπανακέρτ) με μεγάλης εμβέλειας ρουκέτες και βόμβες διασποράς, που απαγορεύονται, αλλά κανείς δεν τους σταμάτησε. Ενέπλεξαν στον πόλεμο ανθρώπους που δεν είχαν καμία σχέση. Έγιναν εγκλήματα πολέμου και δεν μίλησε κανένας. Ούτε η Ευρωπαϊκή Ένωση, ούτε οι μεγάλες δυνάμεις του πλανήτη, ούτε κανείς!».
Ο ίδιος ο Ανδρεας Μκρτσιαν έχει συνδέσει το όνομά του και την πορεία του με το ελληνικό ποδόσφαιρο, αγωνιζόμενος για πολλά χρόνια σε επαγγελματικό αλλά και ερασιτεχνικό επίπεδο. Ωστόσο, τη σεζόν 2008-2009 ο Ανδρέας Μκρτσιαν είχε κάνει ένα… διάλειμμα, πραγματοποιώντας πέρασμα από το Πρωτάθλημα της Αρμενίας, για λογαριασμό της Πιούνικ Ερεβάν. Τι θυμάται από εκείνη την περίοδο; «Την εποχή που έπαιζα στην Αρμενία, ήμουν συμπαίκτης με παιδιά όπως ο Μκιταριάν, ο Γκαζαριάν, ο Γιεντιγκαριάν, που έκαναν όλοι καριέρα. Ήταν ένα πρωτάθλημα με μόλις οκτώ ομάδες και με λίγο χαμηλότερο επίπεδο από του ελληνικού. Οι Αρμένοι δεν είναι τόσο παθιασμένοι με το ποδόσφαιρο, όπως οι Έλληνες. Αυτή την τρέλα που έχει ο κόσμος στην Ελλάδα, δεν την έχουν στην Αρμενία. Το βλέπουν πιο χαλαρά» αναφέρει ο δεξιοπόδαρος άσος.
Από τα τέλη του περασμένου Δεκέμβρη ο Μρκτσιαν αγωνίζεται στο Πρωτάθλημα της Γ’ Εθνικής με τη φανέλα της Κηφισιάς, της οποίας το έξοχο ξεκίνημα στον 7ο όμιλο διεκόπη βιαίως από την πανδημία και το lockdown. Ο έμπειρος κεντρικός αμυντικός σημειώνει: «Είναι πάρα πολύ καλά και οργανωμένα στην Κηφισιά. Μάλιστα, η ομάδα έχει βάλει έναν μεγάλο στόχο φέτος. Θα προσπαθήσουμε όλοι για να τον πετύχουμε. Η αλήθεια είναι ότι η διακοπή μας βρήκε σε… καλό φεγγάρι, αφού είχαμε τέσσερις νίκες. Μας κόβει τον ρυθμό πάρα πολύ. Δεν ξέρουμε σε τι κατάσταση θα είμαστε όταν επιστρέψουμε και αν θα χρειαστεί μία μίνι προετοιμασία για να είμαστε έτοιμοι. Πλέον, περιμένουμε να δούμε πότε θα ξαναπαίξουμε. Κυρίως, όμως, ευχή μας είναι όλα να πάνε καλά και να είναι όλοι οι άνθρωποι υγιείς».
Όσο για τις πιο έντονες αναμνήσεις του, αποκρίνεται: «Είναι πολλές! Ισως τα πιο έντονα χρόνια τα έχω ζήσει στη Νίκη Βόλου, τη σεζόν που ανεβήκαμε από Γ’ στη Β’ Εθνική. Έχω κάνει πάρα πολλούς φίλους εκεί. Αλλά και στη Λαμία και στη Δόξα Δράμας έχω κάνει πολλούς φίλους, χωρίς να θέλω να αδικήσω τις άλλες ομάδες που έπαιξα! Προσπάθησα να κρατήσω τα θετικά όπου αγωνίστηκα και θέλω και στις ομάδες όποτε με θυμούνται, να το κάνουν με χαρά».
Τέλος, ο Ανδρέας Μκρτσιαν στέλνει το δικό του μήνυμα: «Το ποδόσφαιρο είναι σαν τη ζωή. Για εμάς που ασχολούμαστε και ζούμε από αυτό, είναι ένας συνεχής αγώνας. Μακάρι να έρθουν καλύτερες μέρες και, κυρίως, να μην υπάρχει βία και ρατσισμός στα γήπεδα. Να πηγαίνει ο κόσμος και να ευχαριστιέται».