Ο Μάριος Γκιούρδας είναι «ζωντανός θρύλος» του θρακιώτικου αθλητισμού και… γίνεται Legend στα κανάλια Novasports

 

«1994 στο καλοκαιρινό Σαν Ντιέγκο, στην Καλιφόρνια, τότε που η βολεϊκή μπάλα ζύγιζε, καθότι παικταράδες έπαιζαν, “αέρα” και η εθνική κατατρόπωνε τους Αμερικανούς και στα δυο ματς του κανονικού (υπάρχει κανονικό και ιμιτασιόν) Παγκοσμίου Λιγκ. Ο Μάριος έψαχνε καινούρια, πρωτοεμφανιζόμενα αρώματα για τη Μαίρη. Άντε να διαλέξει. Ποτέ. Αναποφάσιστος μπροστά στην αρωματοθήκη του εμπορικού κέντρου. Tελικά, αγόρασε τα μισά και ησύχασε!».

Με αυτά τα λόγια ξεκινά το άρθρο του στο προσωπικό του μπλογκ στο novasports.gr ο Ισίδωρος Πρίντεζης. Και συνεχίζει: «Ψιλόλιγνο παλικάρι, ντροπαλό. Όπως όταν μπήκε, γεμάτος ντροπή, για πρώτη φορά στα αποδυτήρια του Εθνικού για να χτυπήσει το τόπι. Όπως την πρώτη φορά που κατηφόρισε στην Αθήνα για να φορέσει τα αγαπημένα του «ερυθρόλευκα». Έπεσαν οι πρώτες φάπες από τον συντοπίτη του Μουστακίδη και… ωρίμασε.

Ο Μάριος μεγάλωνε, άλλαζε, αγρίευε, αλλά παρέμενε… ντροπαλός και ευσυγκίνητος. Περίεργη και εκρηκτική αυτή η μίξη. Μάλαμα παιδί. Εκτός γηπέδου. Στις τέσσερις γραμμές, η ντροπή έμενε… Αλεξανδρούπολη. Άλλος άνθρωπος.

Έτοιμος να πικάρει τον «αιώνιο» αντίπαλο στον «Τάφο του Ινδού» με οπαδούς και των δυο ομάδων, να «ατακάρει» στο φιλέ τα απέναντι φιλαράκια, να προκαλέσει με το φαλτσαριστό πέταγμα μπάλας πριν το σερβίς, να πλακωθεί όταν θιγόταν, να πετάξει το ταμπελάκι την ώρα της αλλαγής στον Γιάννη Λάιο, ένα ντροπαλό… εκρηκτικό παλικάρι έτοιμο για όλα, πρώτο στο σαματά, ακόμη και με τον κουμπάρο του τον Τσακιρόπουλο. Σκέψου…».

Συνεχίζει την αφήγηση ο Πρίντεζης:  «Ο Μάριος μόλις έβαζε τα πολιτικά (ευτυχώς υπήρξαν και τέτοιες στιγμές), σε αγκάλιαζε, χαμογελούσε, άλλαζε προσωπείο, μόνο τότε σε… έβλεπε κανονικά. Τριχασμένη προσωπικότητα πολλαπλών παραλλαγών, με σταγόνες από δάκρυα κάθε φορά που άγγιζες τις ευαίσθητες χορδές. Και ήταν πολλές.

Η Μαίρη του Σαν Ντιέγκο (κατά κόσμον Μαρία Ντολαπτσή, βολεϊμπολίστρια, η… ηρωίδα της ιστορίας μας) έγινε υπερήφανη μητέρα δυο σπουδαίων κοριτσιών που «χτυπούν» τη μπάλα καλύτερα από τον μπαμπά τους (αυτό μας έλειπε, να τον έχουν πρότυπο)».

Συνεχίζει το άρθρο του Ισίδωρου Πρίντεζη:
«Ο Έβρος (μόνιμη παραγωγική μονάδα του αθλήματος) αποτέλεσε ανάμνηση νωρίς μετά την κάθοδο στον Πειραιά και τον Ολυμπιακό…
Οι πρώτοι άνθρωποι (Κούλης Μαρίνος) που τον βοήθησαν να ξεδιπλώσει το ταλέντο του και να μας… ταλαιπωρήσει παικτικώς χρόνια τώρα (προολυμπιακό με Κίνα εντός, αποκλεισμός σφαλιάρα, γενιά του φραπέ)…
Οι αναρίθμητες ημιτελείς προσπάθειες διάκρισης και μεταλλίου που τον στοιχειώνουν (2000, 2004, 2005) παρά τα πολλά κιλά ιδρώτα χειμώνα-καλοκαίρι σε συλλογικό και εθνικό επίπεδο,
Οι τιμές εν χορδαίς και οργάνοις που ακόμη περιμένει (εδώ γελάμε και για αλλαγή, κλαίμε) και δεν έχουν γίνει για την προσφορά του,
Ο φιλαράκος του ο Νικόλας που ταξίδεψε νωρίς για άλλες πολιτείες, χορδές πολλές και ευαίσθητες που φορτώνουν τα μάτια με δάκρυα…
Ακόμη ακόμη και οι δικές μας ατελείωτες ακόμη και τώρα κόντρες (με Χασίντο, Μάριο, Σάκη, Νίκο, Γιώργο, Δημήτρη) για το αν είναι… επιτυχία να είσαι 8ος ολυμπιονίκης και 5ος στο ευρωπαϊκό, με τους παίκτες να θεωρούν ότι τους μηδενίζεις την προσπάθεια με σκληρή κριτική και όχι ότι αναγνωρίζοντας την τεράστια αξία τους είναι για μεγαλύτερα και περισσότερα και υψηλότερα κατορθώματα…».

Και καταλήγει: «Ο Μάριος Γκιούρδας γίνεται legend στα κανάλια novasports γιατί οι τιμές σε ανθρώπους που σφράγισαν την ιστορία του βόλεϊ στην Ελλάδα πρέπει να γίνονται εν ζωή και μάλιστα από αυτούς που, καθότι μεγάλωσαν επαγγελματικά μαζί του, του έκαναν πολύ σκληρή κριτική, γιατί πίστεψαν ότι είναι παικταράς που δούλεψε πολύ και δεν ανταμείφθηκε όσο πραγματικά άξιζε…».

Η συνέχεια επί της οθόνης…