Ο άλλοτε φοιτητής του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου που έχει το κειμήλιο της μπάλας του τελικού του Ευρωμπάσκετ 1987

 

Συμπληρώθηκαν 30 χρόνια από την κατάκτηση του Ευρωμπάσκετ και εκείνον τον ιστορικό τελικό με την Σοβιετική Ένωση στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας. Αυτό που ωστόσο ελάχιστοι γνωρίζουν είναι ότι την μπάλα εκείνου του τελικού την εξασφάλισε ή μάλλον είχε την προνοητικότητα να πάρει ένας πρώην φοιτητής του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης.

Ποιος;

Ο Μένιος Σακελλαρόπουλος. Έχοντας αφήσει τις σπουδές στη Νομική Κομοτηνής και εργαζόμενος ως δημοσιογράφος στο Φως, είχε εργαστεί τότε στο Γραφείο Τύπου της διοργάνωσης του Ευρωμπάσκετ. Ο ίδιος έχει περιγράψει τις στιγμές, όπως συνέβησαν αμέσως μετά τις βολές του Αργύρη Καμπούρη.

«Καλοκαίρι 87. Για δεύτερη φορά στη ζωή μου, μετέχω σε ένα Γραφείο Τύπου. Η πρώτη ήταν στο ΕΠΑ 82 (Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Αθλητισμού, δηλαδή στίβου) που είχε γίνει στο Ολυμπιακό Στάδιο. Πέντε χρόνια μετά, στο μπάσκετ. Καμιά σχέση το σπορ, που ξέρουμε τώρα. Και δεν το λέω εγώ, αλλά οι τότε ειδήμονες της εποχής, που δήλωναν ευχαριστημένοι αν η καλή μας Εθνική Ομάδα, περνούσε στην οκτάδα. Πού να φανταζόμασταν τι θα επακολουθύσε.

Η δική μου δουλειά, ήταν απλή όσο και δύσκολη γιατί απαιτούσε εγρήγορση και όχι ολιγωρίες. Καθόμουν ανάμεσα στους δυο πάγκους και ήμουν επιφορτισμένος, να πηγαίνω τους δυο προπονητές στην αίθουσα Τύπου, για τη σνέντευξη μετά τους αγώνες. Γι αυτό το λόγο, στη διαπίστευσή μου είχα πρόσβαση παντού. Από τον αγωνιστικό χώρο, ως τα αποδυτήρια. Έμπαινα παντού. Καθώς περνούσε ο καιρός, μέρα με τη μέρα, έγινα ένα αναγνωρίσιμο πρόσωπο για την ομάδα που προφανώς δεν με ήξερε, αλλά με έβλεπε κάθε μέρα, κάθε βράδυ μπροστά της…

Όταν μιλάμε για Ευρωμπάσκετ 87, μιλάμε για δουλειά από το πρωί ως το βράδυ. Δεν ήταν μόνο οι αγώνες, που στην πρώτη φάση ξεκινούσαν και πρωί, αλλά κι άλλες δουλειές του Γραφείου Τύπου. Δεν κοιμόμασταν και πολλές ώρες. Από το κρεβάτι, βρισκόμασταν στο γήπεδο. Κάθε πρωί, λοιπόν, έπαιρνα μια κόκκινη τσάντα στην οποία έβαζα ένα μπλουζάκι, ό,τι άλλο χρειαζόμουν ενώ η συγχωρεμένη η μάνα μου, τη γέμιζε με μήλα και άλλα φρούτα, που δεν έτρωγα ποτέ, γιατί πλακώναμε τα παγωτά…».

Η Εθνική αρχίζει και σαρώνει. Ξεκινάει τη διαδρομή της με τη Ρουμανία, κερδίζει δυο φορές την Γιουγκοσλαβία, χάνει από τη Σ.Ένωση και την Ισπανία, αλλά στα χιαστί ματς ρίχνει σφαλιάρες σε Γαλλία και Ιταλία. Η δεύτερη νίκη επί των Γιουγκοσλάβων, τη στέλνει στον τελικό. Απέναντί της, η Σ.Ένωση. Ο Μένιος, όπως όλοι στο γήπεδο και εκατομμύρια σε όλη τη χώρα, ζουν τον τελικό δευτερόλεπτο, προς δευτερόλεπτο:

«Βλέπω μπροστά μου ένα γήπεδο να δονείται σε κάθε προσπάθεια. Σε κάθε καλάθι, σε κάθε άμυνα. Ζω μια ιστορική μέρα. Για μένα αυτή η μέρα είναι σε αντιστοιχία και καθ΄υπερβολή βέβαια, η 25η Μαρτίου του ελληνικού αθλητισμού. Είναι μια επανάσταση. Όλα όσα έγιναν μετά, οφείλονται στο Ευρωμπάσκετ της Αθήνας, σε αυτή την ομάδα, σε αυτό τον άθλο που είχε πετύχει και προσπαθούσαμε για … πολλές μέρες στη συνέχεια, να τον συνειδητοποιήσουμε, να τον χωνέψουμε.

Βάζει, λοιπόν, τις βολές ο Καμπούρης. Παίρνουν την μπάλα οι Σοβιετικοί αστοχεί ο γερο-Γιοβάισα και μπαίνουν όλοι μέσα στο γήπεδο. Δεν θυμάμαι ποιον αγκάλιαζα, πως χοροπηδούσαμε. Έβλεπα όλους να κραυγάζουν, άλλους να κλαίνε από τη χαρά τους. Και ξαφνικά είδα την μπάλα να πέφτει στα πόδια μου. Κάποιος την είχε κλωτσήσει. Η πρώτη μου δουλειά ήταν να την βάλω μέσα στην τσάντα! Είχα πάρει την μπάλα του τελικού, από μια σύμπτωση, από μια συγκυρία.

Έκανα τη δουλειά του τελικού και μπήκα στα αποδυτήρια της … ευτυχίας. Όλοι σε έκσταση. Απέξω η Μελίνα, ήταν ήδη στην ακαλιά του Φασούλα, ενώ όλη η Ελλάδα είχε βγει στους δρόμους να πανηγυρίσει. Έβγαλα την μπάλα σα να ήταν δική μου και με ένα μαρκαδόρο μαύρο, έβαλα τους παίκτες να την υπογράψουν. Την ξανάβαλα… στην τσάντα και αυτό ήταν. Είχα το ιερό κειμήλιο του ελληνικού αθλητισμού, το … λάβαρο της Αγίας Λαύρας, στα χέρια μου…».

Τα κατορθώματά του ο Μένιος Σακελλαρόπουλος τα περιέγραψε λίγες μέρες μετά, σε ένα πάρτι που έκανε με καλεσμένους άλλους συναδέλφους όποως τον Βασίλη Σκουντή αλλά και τον Γιάννη Φιλέρη, στον οποίο είχε αναφέρει σε παλιότερο αφιέρωμα για το sport24 αυτές τις αράδες ο Μένιος Σακελλαρόπουλος, σχετικά με την ιστορία της μπάλας του τελικού και πώς κατέληξε στα χέρια του. Ο Σακελλαρόπουλος περιγράφει:

«Κάνω το πάρτι, λοιπόν. Έχω ήδη τοποθετήσει την μπάλα και την βλέπει ο Βασίλης: “Μη μου πεις ότι είναι αυτό, που νομίζω” ρωτάει και απαντάω με ένα σαρδόνιο γέλιο. Έτσι μαθεύτηκε. Έτσι το έμαθε και ο συγχωρεμένος ο Θόδωρος Μπαλφούσιας, διευθυντής της ΕΟΚ για πολλά χρόνια. Αυτός με κυνηγούσε να του δώσω την μπάλα γιατί θεωρούσε ανεπίτρεπτο να μη βρίσκεται στην κατοχή της ομοσπονδίας. Άλλοτε με το καλό, άλλοτε με το … άγριο, ήθελε να του δώσω την μπάλα.

Εντάξει, το καταλαβαίνω. Η ομοσπονδία ήθελε την μπάλα. Να πω την αλήθεια κι εγώ κάποιες στιγμές σκέφτηκα να τη δωρίσω. Δεν υπήρχε όμως, ας πούμε, ένα μουσείο για την Εθνική Ομάδα, ώστε να την γυρίσω. Δεν ξέρω αν έκανα σωστά ή λάθος. Ξέρω, όμως, ότι αρκετά κειμήλια του αθλητισμού σε όλο τον κόσμο, βρίσκονται σε ιδιώτες, σε όλο τον κόσμο.

Στην συμπλήρωση δέκα χρόνων, ο Σκουντής με κάλεσε σε μια εκπομπή, με τον Αργύρη Καμπούρη. Εγώ έφερα την μπάλα κι αυτός την … μπασκέτα. Την είχα δώσει και για κάποιες εκδηλώσεις που έγιναν το 2007, με τη συμπλήρωση 20 χρόνων από την κατάκτηση του τίτλου».

Τρεις δεκαετίες πλέον από τον ιστορικό τελικό της Αθήνας, ο Μένιος θυμάται ακόμη: «Επειδή μια εποχή, έλειπα όλη τη μέρα από το σπίτι αναγκάστηκα να πάρω ένα σκύλο. Ο Κένεντι ήταν φύλακας και της μπάλας. Δεν είχε καλό τέλος η συμβίωσή μας, όμως, γιατί …άφησε παράσημα μερικές δαγκωνιές στη γυναίκα μου.

Έχω συλλέξει κατά καιρούς, πολλά αναμνηστικά. Καμαρώνω για μια φανέλα του Ζιντάν, ή του Ροναλντίνιο και του Ρομπέρτο Κάρλος. Κανονικές, αυθεντικές φανέλες, που τις πήρα γιατί είχα την τύχη να είμαι πάντα κοντά στον αγωνιστικό χώρο. Έχω και την μπάλα του αγώνα Παναθηναϊκός-Μπαρτσελόνα 1-0. Όπως έχω τις πρώτες μου δημοσιογραφικές κάρτες, πρώτη-πρώτη εκείνη από το ΦΩΣ των Σπορ, το 1979, με την υπογραφή του Θόδωρου Νικολαΐδη.

Όπως και όλες τις διαπιστεύσεις των διοργανώσεων, ή αγώνων, όπου έδωσα το παρών. Η μπάλα του Ευρωμπάσκετ, όμως, με τις υπογραφές των παικτών λίγες στιγμές μετά τον τελικό δεν συγκρίνεται. Είναι ό,τι πολυτιμότερο μπορούσα να έχω, ασχολούμενος με τον αθλητισμό…».