«Να κλείσουν όλοι οι δρόμοι στη μνήμη των θυμάτων των τροχαίων»

Γράφει ο Λεωνίδας Κάλφας

–  Η απόφαση του Υφυπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού κ. Ανδριανού για την αναστολή της αθλητικής δραστηριότητας των ομαδικών αθλημάτων στη μνήμη του Κώστα Κατσούλη κρίνεται για τους υγιώς σκεπτόμενους φιλάθλους ορθή και δικαιολογημένη.

Προφανώς και δε μπορούμε να μιλάμε για μπάλα, όταν χάνεται η ζωή ενός ανθρώπου, μόνο και μόνο επειδή ήθελε να παρακολουθήσει τον αγώνα της αγαπημένης του ομάδας. Άλλωστε, η ανθρώπινη ζωή και η σωματική ακεραιότητα δεν προσμετρώνται από το χρώμα ενός κασκόλ ή της φανέλας μιας ομάδας.

Θα ήταν όμως και ουσιαστική, αν συνοδευόταν από μια σειρά δραστικών μέτρων και αποτελεσματικών λύσεων για την αντιμετώπιση της βίας. Για ακόμη μια φορά αυτή η απόφαση από μόνη της μοιάζει εντελώς αποσπασματική και κενή περιεχομένου. Είναι σα να βγαίνει ο Υπουργός Μεταφορών και να αποφασίζει το κλείσιμο των δρόμων για 48 ώρες στη μνήμη των νεκρών των τροχαίων ατυχημάτων. Και μάλιστα, όχι μόνο της Εγνατίας και των Εθνικών Οδών, αλλά και των περιφερειακών, ακόμα και των… ιδιωτικών που έχουν φτιάξει κάποιοι μπροστά από τα σπίτια τους.

Λες και την ερχόμενη Τρίτη, μετά την αναβολή των πρωταθλημάτων για ένα Σαββατοκύριακο θα σταματήσουν ως δια μαγείας τα επεισόδια στα γήπεδα, θα πάψουν οι παράγοντες και τα ΜΜΕ να φανατίζουν τους στόλους των οργανωμένων και οι οικογένειες θα μπορούν να πηγαίνουν με ασφάλεια να δουν ένα αγώνα.

Λες και αυτός που θέλει να κάνει επεισόδια δε μπορεί να τα πράξει το μεθεπόμενο Σαββατοκύριακο. Ή ακόμα και αυτό, σε κάποιον άλλον χώρο, συνεχίζοντας το “έργο” του. Πόσες φορές άλλωστε δεν είχαμε ραντεβού οπαδών για… ξύλο, σε δρόμους και πλατείες, μακριά από γήπεδα; Πρόσφατα και στην Αλεξανδρούπολη έγινε γνωστό ότι υπήρξαν κάποιες συμπλοκές. Σε δρόμους, όχι σε γήπεδο.

Μη ξεχνάμε εξάλλου ότι τα επεισόδια, που είχαν ως αποτέλεσμα το θάνατο του Κώστα Κατσούλη, δεν έγιναν σε αγώνα Ολυμπιακού-Παναθηναϊκού, αλλά σε αναμέτρηση ομάδων Γ’ Εθνικής. Η βία προφανώς δε γνωρίζει ούτε γήπεδα ούτε κατηγορίες.

Μάλιστα, το ενδιαφέρον είναι ότι η αρχική ανακοίνωση έκανε λόγο για αναστολή μόνο των εθνικών πρωταθλημάτων. Και αμέσως υπήρξε το ερώτημα: Γιατί δε θα πρέπει και οι αθλητές των τοπικών πρωταθλημάτων να τιμήσουν τη μνήμη του φιλάθλου του Εθνικού, αλλά μόνο εκείνοι των εθνικών πρωταθλημάτων; Το αντιλήφθηκαν αυτό στο υφυπουργείο Αθλητισμού και είπαν να συμπεριλάβουν και τα τοπικά πρωταθλήματα στην απαγόρευση.

Και αμέσως άρχισαν νέα ερωτήματα: Γιατί μόνο επίσημους αγώνες; Δηλαδή στα φιλικά δεν γίνονται έκτροπα; Και τι θα πει ο υφυπουργός αν μεταφερόμενοι οπαδοί μιας ομάδας ή και οι ίδιοι οι παίκτες πλακωθούν σε έναν φιλικό αγώνα, από αυτούς που ξεφύτρωσαν σαν τα μανιτάρια και προγραμματίστηκαν για να καλύψουν το κενό; Τελικά, η επίσημη απόφαση τα περιέλαβε και αυτά. Ακόμα οι προπονήσεις των ομάδων δεν απαγορεύτηκαν, αλλά προτού το ακούσουμε και αυτό, ας αναρωτηθούμε: ήταν αυτή η λύση;

Καταλαβαίνουμε επομένως πως η απόφαση για την αναβολή της αγωνιστικής δράσης από μόνη της δε μπορεί παρά να είναι υποκριτική και αναποτελεσματική. Έπρεπε να φτάσουμε στο θάνατο του Κώστα Κατσούλη για να παρθεί μια τέτοια αποφάση, αφού καθ’ όλη τη διάρκεια της νοσηλείας του τα πρωταθλήματα συνεχίζονταν κανονικά, σα να μη συνέβη τίποτα. Οι εμπλεκομένοι φορείς θεωρούσαν προφανώς πως μ’ ένα βαρύτατο τραυματισμό δε συντρέχει λόγος αναβολής πρωταθλημάτων, αλλά έκριναν πως έπρεπε να περιμένουν τον θάνατό του για να το αποφασίσουν!!!

Στις περισσότερες χώρες του κόσμου ο αθλητισμός είναι γιορτή. Στην Ελλάδα απλά αρκούμαστε στο να “καταδικάζουμε τη βία και τα επεισόδια απ’ όπου και αν προέρχονται”, να συζητάμε για δύο τρεις ημέρες για “δραστικές λύσεις” και να προσευχόμαστε να είναι αυτός ο τελευταίος νεκρός.

Από το θάνατο του Χαράλαμπου Μπλιώνα στο Αλκαζάρ έχουν περάσει 26 ολόκληρα χρόνια. Πόσοι νεκροί και τραυματίες εντός και εκτός γηπέδων υπήρξαν από τότε; Πάρα πολλοί. Λύσεις; Δυστυχώς απολύτως καμία.

Για το τι φταίει για τη σημερινή κατάσταση και το πώς πρέπει να αλλάξει έχουν ειπωθεί και γραφτεί κατά καιρούς πάρα πολλά. Αλλά πάντα κατόπιν εορτής και εντελώς υποκριτικά.

Θα ξεκινήσω από το θέμα της παιδείας. Σε πολλές οικογένειες τα παιδιά μεγαλώνουν μαθαίνοντας να είναι οπαδοί και όχι φιλάθλοι, να λατρεύουν τη νίκη και όχι το άθλημα. Μεγαλώνουν μαθαίνοντας πως οι δικοί μας είναι οι καλοί και οι υπόλοιποι κακοί, που πρέπει να τους “πατήσουμε” με κάθε τρόπο. Πώς η άλλη ομάδα είναι αντίπαλος-εχθρός, που θα πρέπει να τον κερδίσουμε με κάθε τρόπο. Ακόμη και με ένα πέναλτι που δεν ήταν, μ’ ένα γκολ από οφσάϊτ ή φάουλ που δε δόθηκε.

Όταν μετά το παιδί πάει στο σχολείο ο γυμναστής στις περισσότερες περιπτώσεις δεν έχει το χρόνο να του μάθει τις αξίες της ευγενούς άμιλλας, του ευ αγωνίζεσθαι και τη χαρά της συμμετοχής, αφού αρκείται απλά να του δώσει μια μπάλα για να παίξει και να ξεφύγει από το άγχος και τη ρουτίνα της καθημερινότητας, την καθιστική ζωή και το Ίντερνετ.

Και όταν μετά πηγαίνει στο γήπεδο και βλέπει “νεκρές ζώνες” μεταξύ των φιλάθλων στις κερκίδες και πολλά άδεια καθίσματα, αναρωτιέται τι συμβαίνει και ο πατέρας του του λέει με φυσικότητα: “μα για να μη σκοτωθούν, παιδί μου”!

Για τις ευθύνες της πολιτείας, τα ξέρουμε. Ακούμε κατά καιρούς για αυστηρές ποινές, αποκλεισμό ομάδων από ευρωπαϊκές διοργανώσεις, ηλεκτρονικές κάμερες, κλείσιμο συνδέσμων, άμεση σύλληψη όσων προκαλούν επεισόδια και πολλά ακόμη. Το τι έχει γίνει απ’ όλα αυτά, μπορεί να το διαπιστώσει ο καθένας.

Αν προφανώς υπήρχε η στοιχειώδης πολιτική βούληση και ευαισθησία, όλα αυτά θα μπορούσαν να λυθούν αμέσως. Μπορούν, αλλά προφάνως δεν θέλουν. Δε τους βολεύει, δεν τους συμφέρει.

Οι ευθύνες των παράγοντων και των διοικήσεων των ομάδων, που συντηρούν και πολλές φορές επιβιώνουν από τις στρατιές των οργανωμένων, είναι προφανώς μεγάλες. Και από τη δική τους πλευρά δεν υπάρχει η παραμικρή διάθεση να λυθεί το πρόβλημα. Αρκεί κανείς να ανατρέξει για παράδειγμα στον “πόλεμο ανακοινώσεων” της ΚΑΕ Ολυμπιακός και Παναθηναϊκός, που ουσιαστικά τροφοδοτούν και “νομιμοποιούν” τη βία των οργανωμένων οπαδών τους.

Μεγάλο μερίδιο ευθύνης βαρύνει και τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Έχουμε φτάσει πλέον στο σημείο η πλειονότητα των εντύπων να είναι οπαδικά, ενώ και οι λεγόμενες αντικειμενικές εφημερίδες κατακλύζονται καθημερινά από “πολεμικά” άρθρα. Ίδια κατάσταση και στις ιστοσελίδες. Τα Μέσα πλέον γράφουν αυτό που θέλει να διαβάσει ή να ακούσει ο αναγνώστης. Όταν η ομάδα μας νικάει, οι ποδοσφαιριστές γίνονται “ήρωες”, όταν πάλι χάσει πρέπει οπωσδήποτε να ρίξουμε την ευθύνη κάπου άλλου. Είτε στους “άμπαλους” ποδοσφαιριστές, στον “ανίκανο” προπονητή, στον “πουλημένο” διαιτητή, στον άνεμο, στην ατυχία κλπ. Οπουδήποτε αλλού, εκτός από εμάς. Αρκεί αυτό που θα γράψουμε να ακούγεται όμορφα στον αναγνώστη-οπαδό.

Διαβάζοντας τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων και τις ιστοσελίδες, μια μέρα μετά το θάνατο του Κατσούλη, θα δούμε ότι υπάρχει “οργανωμένο σχέδιο του Ολυμπιακού για να είναι έτοιμος για τον αγώνα με τον ΠΑΟΚ”, “αναβολή-σκάνδαλο που ευνοεί τον Παναθηναϊκό, που θα παίξει με κόσμο στον αγώνα Κυπέλλου με τον Ολυμπιακό”.

Μετά απ’ αυτό μπορούμε όντως να υποστηρίξουμε ότι ο θάνατος του Κατσούλη μας δίδαξε κάτι και μας έκανε σοφότερους;

Δεν θα πρέπει να ξεχάσουμε και το μερίδιο ευθύνης, που αναλογεί σε αθλητές, που με τη σειρά τους δυναμιτίζουν το κλίμα, πουλώντας οπαδιλίκι, προκειμένου να γίνουν αρεστοί και “θεοί” στον κόσμο της ομάδας τους. Αρκεί να θυμηθούμε λόγου χάρη τις δηλώσεις των Αθανασιάδη, Τζαβέλλα και Βανγκέλι, μετά το ντέρμπι του Άρη με τον ΠΑΟΚ και θα βγάλουμε πολλά συμπεράσματα.

Είναι πολλά ακόμη που μπορούμε να γράψουμε και να προτείνουμε. Το θέμα είναι να αναρωτηθούμε τι ακριβώς θέλουμε και που μπορούμε να φτάσουμε.