Οταν ο Μίκης πάντρεψε τον Ντέμη με τη Μοσχολιού…

Γράφει η Βερόνικα Ευθυμίου

–  Καθώς προσπαρνάμε την 29η Ιουλίου, ξέρετε ότι προσπερνάμε μια μέρα που είχε γενέθλια ο Μίκης Θεοδωράκης; Ούτε κι εγώ το ήξερα, αλλά το διάβασα στο blog του Αλέξη Σπυρόπουλου στο gazzetta για μια ξεχωριστή συνάντηση του Μίκη με τον “δικό μας” Ντέμη. Είμαι διαβαστερό κορίτσι εγώ. Και εκεί λοιπόν ανακάλυψα τα καλύτερα.

Εντάξει, το πόσο τυχερός αισθάνονταν ο Σπυρόπουλος που χάρη στην δουλειά του γνώρισε τον Μίκη δεν λέγεται. Εγώ θα προτιμούσα βέβαια στην θέση του να γνωρίσω και να κάνω παρέα με την φίλη του, τη Μίνι και την Νταίζη, ήρωες των παιδικών μου χρόνων, αλλά ελλείψει αυτού και ο Μίκης καλός είναι. Και μην αρχίσετε να μου λέτε “τι ειναι αυτά που λες”, γιατί δεν ξέρετε. Εφόσον υπάρχει άνθρωπος που μπερδεύει την Μοσχολιού με την Βανδή, δικαιούμαι και εγώ να μπερδεύω τον Θεοδωράκη με τον… Μάους.

Λοιπόν, με αφορμή τα γεννέθλια ο Σπυρόπουλος θυμήθηκε την επιθυμία που είχε ο Μίκης Θεοδωράκης να γνωρίσει τα παιδιά της Εθνικής του 2004. Ήταν ο δημοσιογράφος που ανέλαβε να τους μαζέψει. Ανταποκρίθηκαν οι Νικοπολίδης, Φύσσας, Δέλλας, Γιαννακόπουλος, Καραγκούνης, Κατσουράνης και ο “δικός μας” Ντέμης Νικολαΐδης. Ως εδώ καλά. Τα πιο ωραία όμως ήρθαν στην διάρκεια της συνάντησης. Αντιγράφω ένα μικρό απόσπασμα από την περιγραφή του Σπυρόπουλου που προτιμώ να αφήσω ασχολίαστο και θα καταλάβετε: 

Ο Μίκης, με το άλικο πουκάμισό του, μας υποδέχθηκε απλωμένος, όλος αυτός ο όγκος, στην πολυθρόνα. Σ’ ένα μαύρο σκαμπό, μπροστά απ’ την πολυθρόνα, ακουμπούσε κι ανάπαυε, δίχως παπούτσια, μόνο με τις γκρι-μαύρες κάλτσες, τα μακριά ποδάρια. Οι συστάσεις. «Εσύ, Ντέμη, με τη Μοσχολιού δεν είσαι παντρεμένος;» Μια πρώτη αμηχανία. Κοιτάγματα στα μάτια. Ο Ντέμης, χαλαρός και γελαστός, το προσπέρασε εύκολα. «Με τραγουδίστρια, αλλ’ όχι με τη Μοσχολιού, Δέσποινα Βανδή τη λένε». Ο Μίκης, επίσης χαλαρός και γελαστός, το διακωμώδησε. «Πώς μου ήρθε, Μοσχολιού; Μπα σε καλό, η Μοσχολιού ήταν με τον Δομάζο. Ναι, φυσικά, με τη Βανδή». Δεν θυμάμαι ακριβώς πώς, αλλ’ απ’ τη Μοσχολιού και τη Βανδή κατέληξαν με τον Ντέμη σε μια κουβέντα για τον εμφύλιο, τον διχασμό. «Την έχω διαβάσει καλά την ιστορία. Σε πολλά βιβλία, και απ’ τις δύο πλευρές». Ο Ντέμης αποζητούσε την επιπλέον εκδοχή.

Κάποτε, ο Μίκης το γύρισε στα ποδοσφαιρικά. Τους διηγήθηκε πώς γνώρισε ένα βράδι, τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, σ’ ένα ταβερνάκι στη Νίκαια τον Γιάννη Βάζο, ένα θρύλο του Ολυμπιακού, ίνδαλμα της εποχής. Υστερα, τους είπε πώς τους θαύμαζε στην Πορτογαλία, νικητές «μέσα σε τόσους Πορτογάλους». Και για μια συνέντευξη που έδωσε πριν τον ημιτελικό, σε μία τσεχική εφημερίδα. «Η Ελλάδα θα σας νικήσει. Γιατί, εκτός των άλλων, τον ύμνο της ομάδας τον έχω γράψει εγώ!» Ηταν, πράγματι, ένα εμβατήριο που βγήκε μετά το τελευταίο ματς της πρόκρισης, στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας με τη Βόρεια Ιρλανδία. «Το θυμάμαι» έκανε ο Καραγκούνης που, εννοείται, θυμάται ο,τιδήποτε έχει σχέση με Εθνική. «Ο Γιώργος έζησε αρκετά χρόνια στην Πορτογαλία» είπα να βοηθήσω τη συζήτηση. «Πώς είναι οι Πορτογάλοι, Γιώργο;» Ο Γιώργος γέλασε. «Αργοί, κύριε Μίκη!»