Ο Θεόδωρος Κοκκάλας «σπάει» την σιωπή του και αποκαλύπτει στο ThrakiSportS άγνωστες πτυχές από τα 50 χρόνια του ΑΟΞ

 

Συνέντευξη στον Γιάννη Καρτάλη

Ο ΑΟΞ συμπληρώνει μισό αιώνα «ζωής» τις προσεχείς ημέρες και το ThrakiSportS στο πλαίσιο του εορτασμού των 50ων γενεθλίων της ομάδας πλησίασε μια χαρακτηριστική μορφή της, τον Θεόδωρο Κοκκάλα, τον πρόεδρο με τον οποίο η Ξάνθη ανέβηκε από την Γ’ Εθνική στην  Α’ Εθνική. Είναι μια από τις ελάχιστες συνεντεύξεις που έχει δώσει αφότου αποχώρησε από την ομάδα, πριν περίπου 25 χρόνια. Αφορμή φυσικά για την προσέγγιση του Θόδωρου Κοκκάλα, στάθηκε και το αφιέρωμα που κάνουμε για την «χρυσή» ενδεκάδα του ΑΟΞ, αφού ήταν από τα πρόσωπα στα οποία απευθυνθήκαμε να μας βοηθήσουν σχετικά με τις υποψηφιότητες της ψηφοφορίας που βρίσκεται σε εξέλιξη.

Ο Θεόδωρος Κοκκάλας ανέλαβε την διοίκηση της ομάδας το μακρινό 1984, όταν η ομάδα είχε υποβιβασθεί στην Γ’ Εθνική και παίρνοντας σε πολύ μικρή ηλικία αυτό το ρίσκο, αφού τότε ήταν μόλις 32 ετών, μικρότερος ακόμα και από μερικούς παίκτες της ομάδας τότε. Έμεινε στην ομάδα ως το 1994, για δέκα χρόνια και υπό την διοίκησή του η ομάδα κατάφερε από την Γ’ Εθνική όπου είχε υποβιβασθεί να ανέβει και πάλι στην Β’ Εθνική, αλλά και για πρώτη φορά στην Α’ Εθνική. Κατά τα δέκα αυτά χρόνια, πέρα από τις πολύ καλές πορείες, έπαιξε απολαυστικό ποδόσφαιρο, έφερε σημαντικούς παίκτες, ενώ παράλληλα πρωτοτύπησε και σε πολλούς τομείς.

Ο Θεόδωρος Κοκκάλας άφησε το στίγμα του στην ιστορία του ΑΟΞ, είναι αυτός που ουσιαστικά την παρέδωσε στον Χρήστο Πανόπουλο και στην συνέντευξη που παραχωρεί, αποκαλύπτει για πρώτη φορά ορισμένα από τα άγνωστα παρασκήνια εκείνης της διαπραγμάτευσης. Ωστόσο τη συνέντευξη την ξεκινήσαμε από την ψηφοφορία που τρέχει το ThrakiSportS για την κορυφαία ενδεκάδα στην ιστορία της Ξάνθης και τον προπονητή που σημάδεψε όσο κανένας άλλος την 50χρονη ιστορία της.

 

 

Θ.S:  Ποιον θεωρείται ως τον καλύτερο προπονητή επί εποχής σας; Ποιες είναι οι αναμνήσεις που σας έχουν μείνει από αυτόν;

Θ.Κ: Θεωρώ πως ο καλύτερος προπονητής που έφερα εγώ ως πρόεδρος της ομάδας ήταν ο Ολλανδός Χενκ Χάουαρτ. Είχα μείνει έκπληκτος με την δουλειά που έκανε στα αποδυτήρια, τις τακτικές του και το πως μιλούσε στους παίκτες. Συγκεκριμένα θυμάμαι, η ΑΕΚ τότε είχε τον Μπατίστα, ένα πολύ ψηλό επιθετικό που ήταν ο φόβος και ο τρόμος των αντιπάλων. Ο Χάουαρτ ξεκινάει στο ματς εκείνης της χρονιάς στην ενδεκάδα τον Σάκη τον Καρασερίδη, ο οποίος ήταν αρκετά κοντός και του λέει πως «εσύ θα τον έχεις man to man, δε θα τον αφήνεις να πάρει ανάσα». Ξεκινάει το παιχνίδι τελικά, και παρ’όλο που μένουμε με 10 παίκτες κερδίζουμε με 1-0, και με τον Καρασερίδη να έχει μηδενίσει τον Μπατίστα σε όλο τον αγώνα.

Θ.S:  Ο κόσμος όμως είναι αλήθεια ότι δεν είχε δεχθεί με καλό μάτι αυτήν την αλλαγή από τους Έλληνες προπονητές σε έναν ξένο, όπως για παράδειγμα τον Χάουαρτ…

Θ.Κ:  Δεν μπορώ να καταλάβω τι ακριβώς ενοχλούσε τον κόσμο σχετικά με τους ξένους προπονητές, όπως ο Χάουαρτ. Παράδειγμα, μια μέρα της εβδομάδας, ίσως και δύο,   είχε η ομάδα στάνταρ πρωϊνές προπονήσεις. Εγώ επειδή μιλούσα και μιλάω Αγγλικά, είχα αναλάβει να κάνω και παρέα στον Χάουαρτ, και επειδή τύχαινε κάποιες φορές το βράδυ, χωρίς το πρωί να έχει προπόνηση, να βγούμε έξω για φαγητό και ίσως και για ένα ποτό στη συνέχεια, ο κόσμος ήταν πάντοτε θυμωμένος και θεωρούσε πως δεν ήταν καλός στη δουλειά του. Μετά από πολύ δυσαρέκεια και μερικά επεισόδια, ήρθε ο Χάουαρτ προς το τέλος εκείνης της σεζόν και μου ζήτησε να φύγει, επειδή δεν άντεχε άλλο αυτή την πίεση.

T.S:  Οι παίκτες πως προσαρμόστηκαν σε αυτή την αλλαγή, από τον Έλληνα στον ξένο κόουτς;

Θ.Κ: Όταν παίζαμε στην Β’ Εθνική είχα κάνει εγώ τότε τις περισσότερες μεταγραφές. Είχαμε προπονητή τον Αναστασιάδη, όταν ήρθε η λήξη του πρώτου γύρου, η ομάδα δεν είχε κάνει πολύ καλή πορεία, έβλεπα ότι κάτι δεν πάει καλά, και επειδή ήθελα να ανέβουμε έκανε δυο-τρεις πολύ καλές κινήσεις. Τότε, λοιπόν, πήγα και είπα στους παίκτες ότι αν ανέβουμε τότε η ομάδα που είναι τώρα θα παραμείνει ως έχει και του χρόνου. Αυτό τους έδωσε κίνητρο και ασφάλεια, όμως όταν η ομάδα δεν πήγαινε καλά στην Α’ Εθνική, τους είχα πει ότι θα φέρω μερικούς ξένους παίκτες και προπονητή, και επειδή και οι ίδιοι κατάλαβαιναν τη δυσκολία της κατάστασης δεν αντέδρασαν καθόλου, και προσπάθησαν να προσαρμοστούν όσο το δυνατόν γρηγορότερα.

Θ.S:  Οι αναμνήσεις σας από τη σεζόν της ανόδου από την Β’ στην Α’ Εθνική;

Θ.Κ:  Ήδη σου περιέγραψα από την προηγούμενή σου ερώτηση μερικά πράγματα. Μετά, λοιπόν, από όσα είχα πει στα αποδυτήρια στους παίκτες, η ομάδα βρήκε αυτό το «κάτι» που της έλειπε και «απογειώθηκε» στη συνέχεια και μέχρι το τέλος της σεζόν. Θυμάμαι μάλιστα ότι είχαμε πάει τόσο καλά στη συνέχεια που είχαμε ανέβει ήδη στην Α’ Εθνική τέσσερις αγωνιστικές πριν το τέλος του πρωταθλήματος, και ερχόντουσαν μάλιστα ο δεύτερος Ιωνικός του Μελισσανίδη, γνωστού ως «τίγρη» από τότε, καθώς και ο Αθηναϊκός του «λύκου» ,όπως τον αποκαλούσαν, Καλογιάννη και μας παρακαλούσαν για έναν βαθμό για να ανέβουν κι αυτοί.

Θ.S: Σχετικά με την πώληση της ομάδας στον Χρήστο Πανόπουλο,  πως ήρθατε σε επαφή για να επιτευχθεί η συμφωνία; Τι παρασκήνια μπορείτε να μας αποκαλύψετε;

Θ.Κ: Καταρχάς με τον Πανόπουλο είχαμε μια διαφήμιση της Βιαμάρ στη φανέλα. Το ‘91 άλλαξε ο αθλητικός νόμος, που επέτρεπε στις ομάδες να βάλουν στον τίτλο τους και όνομα χορηγού. Εγώ μόλις το έμαθα, έψαξα και αφού ήρθα σε επαφή μαζί του του έκανα μια πολύ καλή πρόταση και για τους δυο μας, αφού αυτός ήθελε να εμπλακεί στον ποδόσφαιρο και εμείς είχαμε ανάγκη αυτά τα χρήματα. Σχεδόν τριπλασίασα τα χρήματα που μας έδινε έως τότε, συγκεκριμένα από 25 εκατομμύρια για τη φανέλα κάναμε μια συμφωνία να βάλουμε και στον τίτλο τη Skoda, έναντι 35 εκατομμυρίων δραχμών για 3 χρόνια, στο σύνολο δηλαδή 105 εκατομμύρια σε βάθος χρόνου. Μετά το ’93 αποφάσισα εγώ να αποχωρήσω, συζητήσαμε την διαδοχη κατάσταση και μεταξύ τον υποψηφίων αγοραστών ήταν και ο Πανόπουλος. Έτσι αφού το σκέφτηκα πολύ καλά και επειδή ήδη τον γνώριζα και ήταν αξιόπιστος, αποφάσισα να δώσουμε την ομάδα σε αυτόν.

Θ.S: Φαντάζομαι δεν το μετανιώσατε αλλά νιώσατε κάποια στιγμή αμφιβολία, στα επόμενα χρόνια, που πουλήσατε την ομάδα στον Πανόπουλο και όχι σε κάποιον από τους άλλους τρεις ενδιαφερόμενους;

Θ.Κ: Εκ του αποτελέσματος φαίνεται πως δικαιώθηκα, διότι ένας από τους τότε υποψηφίους που έδινε μάλιστα και περισσότερα χρήματα από τον Πανόπουλο, μετά από κάποια χρόνια ήταν μπλεγμένος σε σκάνδαλα απ’ότι είχα διαβάσει. Προσπάθησα τότε να δω ποιος είναι πιο αξιόπιστος και γι αυτό μίλησα και με τον Πανόπουλο, γιατί είχαμε αναπτύξει πέρα από μια φιλική σχέση και μια σχέση εμπιστοσύνης και πίστευα ότι δεν θα «κρεμάσει» την ομάδα. Κάτι άλλο που δεν ξέρει πολύς κόσμος είναι ότι ο Πανόπουλος δεν ήθελε να πάρει μόνιμα την ομάδα στην αρχή, την ήθελε για 5 χρόνια, αλλά επειδή εγώ ήθελα να αποχωρήσω οριστικά από το ποδόσφαιρο τον πίεσα και τον έπεισα τελικά να αναλάβει μόνιμα.

Θ.S: Η αντίδραση του κόσμου στην χορηγία και μετέπειτα στην πώληση της ομάδας;

Θ.Κ: Στην φανέλα ο κόσμος δεν αντέδρασε καθόλου, μετά όταν μπήκε στο όνομα και η Skoda τότε υπήρξαν κάποιες αντιδράσεις, οι οποίες όμως ήταν μικρές, δεν πήραν μεγάλες διαστάσεις.

Θ.S:  Έχω διαβάσει ότι αποτελέσατε την «πέτρα του σκανδάλου», ώστε οι ομάδες να διεκδικήσουν τα περίφημα πλέον τηλεοπτικά δικαιώματα για την προβολή των αγώνων τους στην τηλεόραση. Τι ακριβώς ισχύει;

Θ.Κ: Το Mega τότε, είχε μια εκπομπή, το «Λεπτό προς Λεπτό», και δεν πλήρωνε απολύτως τίποτα. Τους είχε  βάλει τότε ο πρόεδρος της ΕΠΑΕ, ο οποίος είχε και τη στήριξη του Βαρδινογιάννη. Βέβαια εδώ να πω ότι ο Βαρδινογιάννης ήταν από τους πιο καθαρούς παράγοντες του Ελληνικού ποδοσφαίρου, όποια «παρατυπία» γινόταν στον Παναθηναϊκό, γινόταν εν αγνοία του και δε την μάθαινε ποτέ. Εγώ, λοιπόν, για να συνεχίσω, με μεγάλο ρίσκο τότε, όταν ήρθε το Mega για το ματς της Ξάνθης με τον Ολυμπιακό, δεν τους επέτρεψα να μπουν, και μαγνητοσκόπησα τον αγώνα με δική μου κάμερα, και το υλικό το έστειλα το βράδυ στην ΕΡΤ. Βέβαια η ΕΡΤ ποτέ δεν έδειξε τίποτα τότε, αλλά αυτό το γεγονός αποτέλεσε το «έναυσμα» για να διεκδικήσουν οι ομάδες τηλεοπτικά δικαιώματα από τα κανάλια, όπως οι ομάδες στην υπόλοιπη Ευρώπη.

Θ.S: Σαν μεγαλύτερη μεταγραφή παίκτη, ποιον θεωρείτε εσείς από την εποχή που ήσασταν πρόεδρος της ομάδας;

Θ.Κ: Αυτό ξέρεις πολλές φορές όταν κερδίζαμε με απασχολούσε κι εμένα, καθόμουν μετά το ματς και σκεφτόμουν ποιος είναι αυτός που έκανε τη διαφορά και μας έφερε τη νίκη. Πλέον μπορώ να πω, πως ο Μαρτσέλο, ο Τζάτζος και ο Σερέτης ήταν παίκτες που έκαναν τη διαφορά, αλλά πέρα από τα τακουνάκια και τις εντυπωσιακές κινήσεις σκεφτόμουν ποιος είχε στάνταρ απόδοση και δεν φαινόταν ιδιαίτερα. Έτσι, μαζί φυσικά με τους παραπάνω, ο Κεχαγιάς μπορεί να μην φαινόταν αλλά έκανε πολύ καλή δουλειά. Θεωρώ πως αυτοί είναι οι καλύτεροι παίκτες επί της εποχής μου στην ομάδα.

Θ.S:  Ποια θεωρείτε την πιο δύσκολη μεταγραφή που κάνατε, από τις παραπάνω, αλλά και γενικότερα;

Θ.Κ:  Τον Μαρτσέλο. Ήρθε σε πολύ μικρή ηλικία στα 21 του. Ήρθε από τη Σάο Πάολο, σε εμάς, αν και προοριζόταν για μεγάλο Ευρωπαϊκό κλάμπ. Συγκεκριμένα στην Σάο Πάολο ήταν ένας πολύ καλός επιθετικός, ο Καρέκα που πήγε στην Νάπολι, ο Μαρτσέλο προοριζόταν ως ο αντικαταστάτης του και μελλοντικό «πουλέν» της Σάο Πάολο. Ήταν δηλαδή μια μεταγραφή που κι εγώ ο ίδιος απόρησα που τον πήραμε.

Θ.S:  Τώρα το σκάουτινγκ έχει προχωρήσει πολύ, με τις πιθανότητες επιτυχίας να έχουν αυξηθεί σε μεγάλο βαθμό. Τότε τι κάνατε;

Θ.Κ:  Όλες οι μεταγραφές που κάναμε από το εξωτερικό ήταν προτάσεις δικές μου, του Καλογιάννη που ήταν το δεξί μου χέρι και του Μπέρτου, του μάνατζερ που συνεργαζόμασταν, που ήταν και Ξανθιώτης. Αυτό που κάναμε, ήταν πέρα από την καλή σχέση που είχε ο ίδιος ο Μπέρτος με έναν ατζέντη στη Βραζιλία, κάθε μήνα παίρναμε ένα περιοδικό που είχε μέσα τους καλύτερους παίκτες της χώρας. Αφού ορίζαμε τον υποψήφιο στόχο, εμείς βλέπαμε τα στατιστικά του, τις εμφανίσεις του και φυσικά να μην είναι τραυματίας, και στη συνέχεια αν μέναμε ικανοποιημένοι από κάποιον, προσπαθούσαμε να τον φέρουμε στην Ελλάδα.

T.S:  Οι απόψεις διίστανται σχετικά με τα επαρχιακά ντέρμπι. Τα τοπικά ντέρμπι, με Δράμα, Καβάλα, Κομοτηνή. Εσείς ποιο θεωρείτε ότι ήταν το πιο σημαντικό από όσα έπαιζε η ομάδα τότε;

Θ.Κ:  Κοίταξε τη Δράμα δεν την αντιμετωπίσαμε πολλές φορές, τότε ήταν στην Α’ Εθνική. Όσο εμείς ήμασταν στην Β’ Εθνική το μεγαλύτερο επαρχιακό ντέρμπι ήταν με τον Πανθρακικό, πιο παλιά αρχικά, και δευτερευόντως με την Καβάλα. Και στα δύο το κλίμα ήταν δυναμιτισμένο.

Θ.S:  Πέρασαν από την ομάδα πολύ μεγάλοι παίκτες, πως καταφέρνατε τότε να τους πείσετε να έρθουν στην ομάδα;

Θ.Κ: Η Ξάνθη, είχε μια ατυχία όταν ανέλαβα εγώ, ήταν μια ομάδα που προερχόταν από την Γ’ Εθνική και θα έπαιζε στην Β’, και με δεδομένο πως η Δράμα, η Καβάλα ή ο Πανσερραϊκός ήταν στην Α’ Εθνική, όποιον παίκτη θέλαμε εμείς και θέλανε και αυτοί, ήταν πάρα πολύ δύσκολο να τον αποκτήσουμε. Παράδειγμα τον Τζάτζο, όταν τον πήραμε, αν τον ρωτήσεις τώρα θα σου πει ότι έκλαιγε όταν είχε μιλήσει μαζί μας και ερχόταν στην Ξάνθη. Έκλαιγε κυριολεκτικά. Αφότου , όμως ήρθε και του φερθήκαμε σαν παιδί μας και σε αυτόν και σε πολλούς άλλους, άλλαξε εντελώς την γνώμη του και ένιωθε τυχερός που είχε έρθει σε εμάς.

Θ.S: Ποια θεωρείται εσείς τα λάθη του Πανόπουλου, ίσως και του κόσμου, με αποτέλεσμα να φτάσουμε το τελευταίο διάστημα από τις 8-9 χιλιάδες κόσμο στο γήπεδο στα 1.000 άτομα και αυτά μετά βίας;

Θ.Κ: Πρώτον παλιά ο κόσμος απολάμβανε το ποδόσφαιρο, χαιρόταν αυτό που έβλεπε. Μπορεί να χάναμε, μπορεί να κερδίζαμε, αλλά έμπαιναν πολλά γκολ. Έτυχαν φορές που κερδίσαμε και με 7 και με 8 γκολ, αλλά και φορές που χάσαμε αντίστοιχα με πολλά γκολ, όμως ο κόσμος έβλεπε όμορφο ποδόσφαιρο. Επίσης απ’ότι έχω καταλάβει στην ομάδα δεν υπάρχει άμεσος στόχος, η Ξάνθη τα τελευταία χρόνια με δεδομένη την απουσία, Ηρακλή, ΑΕΚ, Άρη, Λάρισας, θα έπρεπε να βρίσκεται μόνιμα στην πρώτη πεντάδα, όμως δεν τέθηκε ποτέ απ’ ότι κατάλαβα αυτός ο στόχος. Και τέλος ένα λάθος που έχει κάνει ο Πανόπουλος είναι πως όταν χρειαζόταν τον κόσμο ζητούσε την βοήθεια του, όμως όταν δε τον χρειαζόταν παρουσίαζε την ομάδα σαν μια εταιρία, μια δική του εταιρεία. Για να έρθει περισσότερος κόσμος στο γήπεδο πρέπει την ομάδα να την «νιώθει» δικιά του. Έχει κάνει και μερικά ακόμα λάθη ο Χρήστος, που δεν είναι της ώρας να τα πούμε…

Θ.S: Το πιο αξέχαστο παιχνίδι για εσάς, όπως το ζήσατε; Ποιο είναι αυτό που αγχωθήκατε περισσότερο και ποτέ δε θα ξεχάσετε;

Θ.Κ:  Κοίταξε, παίξαμε πολλά παιχνίδια με καλό ποδόσφαιρο και πολύ κόσμο. Όμως θυμάμαι ακόμα τα δύο ματς με τον Ολυμπιακό που τελείωσαν 5-2 και 4-1, αλλά και τη νίκη μας με τον Παναθηναϊκό που νικήσαμε με 1-0 και παίζαμε 80 λεπτά με 10 παίκτες. Ένα άλλο ματς είναι αυτό που παίζαμε με την ΑΕΚ, την περίοδο που εγώ ήμουν έτοιμος να φύγω και να αναλάβει ο Πανόπουλος. Τότε είχε μόλις προσληφθεί ο Αλέφαντος, αλλά επειδή ήταν πολύ λίγες μέρες στην ομάδα δεν έκατσε στον πάγκο και η ομάδα έπαιξε σε συνεννόηση δική μου και του Ισπυρλίδη, και τελικά ευτυχώς κερδίσαμε με 1-0.

Θ.S: Όλα τα χρόνια που ήσασταν στη διοίκηση της ομάδας, με έναν πρόχειρο υπολογισμό πόσα περίπου χρήματα είχατε βάλει;

Θ.Κ: Πάρα πολλά χρήματα, γιατι δυστυχώς δεν ήταν μονάχα ένα ποσό κάθε καλοκαίρι ώστε να φτιάξουμε την ομάδα, αλλά υπήρχαν και φορές που το ταμείο της ομάδας ήταν άδειο μέσα στη χρονιά και αναγκαζόμουν να συμπληρώσω εγώ για να πληρωθούν οι υποχρεώσεις της, ξέροντας βέβαια πως την επόμενη εβδομάδα πχ θα ερχόταν μια επιχορήγηση και θα έπαιρνα το μεγαλύτερο μέρος. Μάλιστα θυμάμαι πως για αυτό το λόγο είχα χάσει και μια πολύ καλή ευκαιρία με ένα μαγαζί που ήθελα να πάρω, και μου το έδιναν λόγω ανάγκης τότε στη μισή τιμή από την αξία του, αλλά δεν το πήρα γιατί ήξερα πως την επόμενη εβδομάδα θα έπρεπε να συμπληρώσω χρήματα στο ταμείο της ομάδας.

Θ.S: Ποια είναι η άποψή σας για την πρόταση του Πανόπουλου, ώστε η Ξάνθη να γίνει μια Πανθρακική ομάδα και να παίζει σε 3 έδρες σε όλη την Θράκη;

Θ.Κ: Το έγραψα και στο Facebook, εγώ διαφωνώ απόλυτα. Δηλαδή αυτή τη πρόταση πριν την πει δημόσια, τη συζήτησε και την αποφάσισε το συμβούλιο ή ήταν δική του ιδέα; Αλλά και δική του ιδέα να ήταν, γιατί οι σύμβουλοι της ομάδας δεν τον λογίκεψαν και δεν του εξήγησαν ότι αυτό το πράγμα δεν μπορεί να γίνει; Είμαι απόλυτος σε αυτό.

Θ.S: Εσείς επιδιώξατε να του το πείτε; Γενικά, έχετε κρατήσει επαφές με τον Πανόπουλο μετά την αποχώρησή σας από την ομάδα;

Θ.Κ: Ελάχιστες φορές. Με πήρε μια φορά πριν 3-4 χρόνια, ήταν στη Θάσο για ένα παλιό περιστατικό και μιλήσαμε για αυτό. Με πήρε όταν παίξαμε στον τελικό και τον ευχαρίστησα προσωπικά για αυτή τη κίνηση για να με καλέσει στον τελικό, αν και τελικά δεν κατάφερα να πάω. Τον πήρα κι εγώ μερικές φορές για να του πω μερικά πράγματα για την ομάδα που υπέπεσαν στην αντίληψη μου, δεν μου απάντησε, δεν επέμεινα κι εγώ να σου πω την αλήθεια. Είχε το νούμερο μου, θεώρησα ότι αν ήθελε να μιλήσουμε θα με έπαιρνε αυτός όταν έβλεπε την κλήση μου.

Θ.S:  Τον τελικό του κυπέλλου με τον Ολυμπιακό δεν τον είδατε δηλαδή από μέσα, μόνο από την τηλεόραση; 

Θ.Κ: Και από την τηλεόραση ελάχιστα είδα τον τελικό, και η αλήθεια είναι ότι η επαφή μου με το ποδόσφαιρο πλέον είναι μονάχα τυπική. Βλέπω κάποιες φορές, αλλά μόνο τις μεγάλες ομάδες της Ευρώπης, για να απολαύσω το ματς χωρίς να παθιάζομαι. Αλλά και τότε δεν βλέπω όλο το ματς. Να φανταστείς ούτε τον τελικό του Euro του 2004 δεν είχα κάτσει να δω ολόκληρο. Είχα ανοιχτή την τηλεόραση, αλλά όχι, δεν ήμουν καθηλωμένος όπως όλη η Ελλάδα στον καναπέ για να τον δω…