Ο Δημήτρης Γελαδάρης μιλά στο ThrakiSportS για το σερί της Ασπίδας Ξάνθης, το ποδοσφαιρικό του «μέλλον» και τη ζωή του

 

Συνέντευξη στον Γιάννη Καρτάλη

Ήταν από τους πιο αγαπητούς παίκτες στην κερκίδα των φιλάθλων της Ξάνθης, γιατί έδινε τα πάντα κάθε φορά που πατούσε το χορτάρι του γηπέδου. Ξεχώρισε και αναδείχθηκε με την φανέλα της Ξάνθης, και έμελλε να μείνει πλέον μόνιμα στην πόλη της Θράκης, φτιάχνοντας σε αυτή και την οικογένειά του. Ο λόγος για τον Δημήτρη Γελαδάρη, που στα… 43 του πλέον, όχι μόνο συνεχίζει το ποδόσφαιρο, αλλά πρωταγωνιστεί στο πρωτάθλημα της Α’ Κατηγορίας με τη φανέλα της Ασπίδας Ξάνθης.

Η ομάδα του, έχει κάνει το 9×9 και αντιμετωπίζει τη Κυριακή την Αναγέννηση Θαλασσιάς, και ποια καλύτερη αφορμή θα μπορούσε να υπάρξει για να προσεγγίσουμε τον άλλοτε παίκτη του ΑΟΞ, και νυν της Ασπίδας Ξάνθης για να μας μιλήσει για το παιχνίδι της Κυριακής, την ποδοσφαιρική του καριέρα και το μέλλον του στο ποδόσφαιρο και μη. Φυσικά ο Δημήτρης με χαρά αποδέχθηκε την πρόσκλησή μας, και μας μίλησε για αρκετά ενδιαφέροντα πράγματα.  Φυσικά ο Δημήτρης Γελαδάρης δεν αμέλησε να ευχηθεί και χρόνια πολλά και καλές γιορτές ενόψει και των Χριστουγέννων που έρχονται, αλλά και να ευχηθεί καλή επιτυχία και καλή συνέχεια στις δύο ομάδες του Νομού της Ξάνθης στην Γ’ Εθνική, τον Άρη Αβάτου και τον Ορφέα Ξάνθης.

Θ.S.: Φέτος στην Ασπίδα Ξάνθης, στην Α’ Κατηγορία της ΕΠΣ Ξάνθης. Έχετε παίξει 9 ματς, και μετράτε μόνο νίκες ως τώρα. Έρχεται το ντέρμπι με την Θαλασσιά την Κυριακή. Πως βλέπεις το ματς, αλλά και την συνέχεια της ομάδας στο φετινό πρωτάθλημα;

Δ.Γ: Μπορεί να έχουμε χτίσει μια διαφορά 7 βαθμών, αλλά σε κάθε παιχνίδι πρέπει να τα δίνουμε όλα και να παίρνουμε το αποτέλεσμα που πρέπει. Βέβαια φυσικά και δεν γίνεται η Ασπίδα να μην πάει για να πρωταγωνιστήσει. Είμαστε μια οικογένεια, έχουμε αρκετά νεαρά παιδιά, και μέρα με τη μέρα ελπίζουμε να κάνουμε ότι καλύτερο μπορούμε. Βέβαια οφείλουμε πολλά και στον φύλακα άγγελο που έχουμε κάτω από τα δοκάρια, τον Μάριο Χατζηγεωργίου, που θεωρώ πως αδικείται αγωνιζόμενος στο τοπικό, είναι έτοιμος για το επόμενο βήμα και κάτι υψηλότερο. Τώρα όσον αφορά το παιχνίδι της Κυριακής, δεν διαφέρει σε τίποτα από όλα τα υπόλοιπα, θα το αντιμετωπίσουμε με καθαρό μυαλό και υπακούοντας στις οδηγίες του προπονητή μας, ανεξάρτητα αν είναι η Αναγέννηση Θαλασσιάς, ή αν ήταν η τελευταία ομάδα του πρωταθλήματος.

Θ.S.: Άρης Πετεινού, Αστέρας Μαγικού και Απόλλων Ξάνθης εκπλήσσουν φέτος με τις εμφανίσεις τους, σε αντίθεση με την Αναγέννηση Θαλασσιάς, τον Εχίνο ή τον Ηρακλή Ζυγού που ψάχνουν ακόμα τα πατήματά τους. Ποια ομάδα θεωρείς πως είναι η πιο δυνατή ομάδα και θα μπορούσε να σας κοντράρει περισσότερο από τις υπόλοιπες, με αυτά που έχουμε δει έως τώρα;

Δ.Γ: Καταρχήν να πω, ότι οι ομάδες φέτος έχουν δείξει όλες ήθος και σεβασμό προς όλους τους αντιπάλους, και αυτό είναι προς τιμή του Ξανθιώτικου ποδοσφαίρου. Το πρωτάθλημα έχει πάρα πολλές καλές ομάδες φέτος, που είναι ανταγωνιστικές και έχουν μάλιστα και αρκετά ταλέντα, κάτι που εμένα προσωπικά με χαροποιεί ιδιαίτερα, όπως επίσης και το γεγονός πως δεν υπάρχουν έως τώρα «παρατράγουδα» από τις ομάδες και όλες έχουν δείξει πως στέκονται ανάλογες των περιστάσεων. Σε κάθε παιχνίδι, ανεξαρτήτως αποτελέσματος, και πριν και μετά τον αγώνα δίνουμε τα χέρια μας. Εκτός γηπέδου όλοι είμαστε φίλοι, και είμαστε απλά αντίπαλοι τυπικά για 90 λεπτά, γεγονός που εγώ το χαίρομαι και θέλω να συγχαρώ από μέρους μου όλους τους ποδοσφαιριστές και τις ομάδες. Πάντως στην ομάδα της Ασπίδας, δεν υπάρχει φόβος για κανέναν αντίπαλο, δεν υποτιμάμε κανέναν, ανεξαρτήτως με ποιον παίζουμε και με βάση το οικογενειακό κλίμα που έχουμε στην ομάδα πορευόμαστε στο φετινό πρωτάθλημα.

Θ.S: Είσαι 43 ετών, συνεχίζεις ακόμα το ποδόσφαιρο, δουλεύεις καθημερινά μέχρι το απόγευμα, τελείωσες το σχολείο που είχες αφήσει στη μέση στο βωμό του ποδοσφαίρου, και έχεις μια σύζυγο και μια κόρη, πως βρίσκεις χρόνο για όλα;

Δ.Γ: Νομίζω πως στη ζωή δεν υπάρχει η «δικαιολογία» δεν μπορώ ή δεν προλαβαίνω, υπάρχει μόνο το δεν θέλω. Προσωπικά μπορώ να σου πω πάρα πολλές φορές που όταν δεν είχα χρόνο για να πάω σε φυσιολογικές ώρες για προπόνηση, πήγαινα και έτρεχα σε πραγματικά ακατάλληλες ώρες. Για παράδειγμα έχει τύχει να πάω το καλοκαίρι για προπόνηση με τρομερή ζέστη στις μία ή δύο το μεσημέρι. Αυτός που θέλει και αγαπάει πραγματικά κάτι, όπως εγώ το ποδόσφαιρο, θα βρει χρόνο.

Θ.S: Πως αντέχεις και έχεις καταφέρει ακόμα και τώρα να παίζεις κάθε Κυριακή ποδόσφαιρο, ενώ οι περισσότεροι της γενιάς σου έχουν ήδη αποσυρθεί γενικότερα από το ποδόσφαιρο;

Δ.Γ: Κοίταξε, γενικά από μικρός ήμουν πολύ εργατικός, σε σημείο που «ένα έλεγε ο προπονητής, δύο έκανα εγώ», και έκανα μια ζωή πολύ υγιεινή και προσεκτική ανέκαθεν. Μάλιστα θυμάμαι χαρακτηριστικά έναν παλιό μου συμπαίκτη Χαλκηδόνα με τον οποίο πλέον είμαστε και πολύ καλοί φίλοι, τον Γιάννη Κατεμή, να μου λέει «ρε άτιμε σε βλέπω ακόμα και στα πενήντα να παίζεις, να τρέχεις και να μη σταματάς», είναι από τις φράσεις που μου έχουν μείνει στο μυαλό.

Θ.S: Μια λαϊκή ρήση λέει, «κρατάει χρόνια, αυτή η κολώνια». Εσένα η δική σου «κολώνια» πόσα χρόνια μετράει πλέον; Από πότε παίζεις ποδόσφαιρο;

Δ.Γ: Σχεδόν 30 χρόνια… Από 14 ετών, που ξεκίνησα με την ομάδα του χωριού και πήγαινα απλά και έπαιζε τις Κυριακές μόνο στα παιχνίδια, γιατί μεσοβδόμαδα δούλευα παράλληλα, πολλά ένσημα, πολλές προετοιμασίες, πολλές εμπειρίες όλα αυτά τα χρόνια. Κάθε παιχνίδι που έκανες προετοιμασία για να παίξεις και μια ξεχωριστή εμπειρία είτε παίξεις, είτε δεν παίξεις. Βλέπω τώρα τους νέους παίκτες, που κάνουν παράπονα γιατί δεν παίζουν. Εδώ εμείς, δεν βγαίναμε, δεν καπνίζαμε, δεν πίναμε, προσέχαμε μην κρυώσουμε, δε χάναμε προπονήσεις και υπήρχαν φορές που δεν παίζαμε ή που παίζαμε και ήμασταν χάλια.

Θ.S:  Ποιο είναι το σημαντικότερο πράγμα που θεωρείς εσύ ότι απέκτησες από την μακρόχρονη ποδοσφαιρική σου καριέρα;

Δ.Γ: Το σημαντικότερο πράγμα που πιστεύω πως έχω αποκτήσει κι εγώ, και νομίζω και σχεδόν όλες οι «παλιές καραβάνες» σαν εμένα από την ποδοσφαιρική μας καριέρα, είναι οι φιλίες που κάναμε. Το γεγονός πως ακόμα και τώρα, με παίρνουν παλιοί προπονητές, συμπαίκτες που έχουμε παραμείνει φίλοι, να με ρωτήσουν τι κάνω και πως είμαι, είναι το μεγαλύτερο κέρδος που αποκόμισα από το ποδόσφαιρο.

Θ.S: Πολλά χρόνια μπάλα, όπως είπες σχεδόν 30. Ποια ή ποιες είναι οι καλύτερες σου στιγμές σε αυτή τη μακροχρόνια ποδοσφαιρική καριέρα;

Δ.Γ: Σε κάθε ομάδα έχω να θυμάμαι θετικά, αλλά και αρνητικά. Δε μπορώ να ξεχωρίσω την καλύτερη ή τις καλύτερες, μπορώ όμως να σου πω αυτές που πρόχειρα τώρα θυμάμαι κατευθείαν. Καταρχήν οι δυο φορές που βγήκαμε στην Ευρώπη, και με την Ξάνθη και με τον Ατρόμητο, ή όταν έπαιζα στον Εθνικό Πειραιώς και σώθηκε η ομάδα κυριολεκτικά την τελευταία αγωνιστική το τελευταίο λεπτό του αγώνα με την Προοδευτική.

Θ.S: Είπες πως το σημαντικότερο κέρδος που είχες από το ποδόσφαιρο είναι οι φιλίες που έκανες. Ο καλύτερος φίλος που έκανες γενικότερα μέσα από αυτό;

Δ.Γ: Δεν μπορώ να πω μόνο για έναν, αλλά μπορώ να πω μερικούς πολύ καλούς μου φίλους. Ο Γιάννης ο Σωτήρχος, ο Ιβάν Ρούσεφ, ο Γιάννης ο Κατεμής, ο Θωμάς ο Μακρής, ο Γιώργος Κορακάκης, και ο Στέλιος Σφακιανάκης είναι μερικοί από τους καλύτερους φίλους που έχω κάνει και ακόμα διατηρούμε τις σχέσεις μας, από το ποδόσφαιρο.

Θ.S: Τα χρόνια περνούν, όπως ήδη είπαμε οι περισσότεροι ποδοσφαιριστές της γενιάς σου έχουν αποσυρθεί. Εσύ πότε φαντάζεσαι τον εαυτό σου να σταματάς το ποδόσφαιρο;

Δ.Γ: Δεν έχει να κάνει με το πότε τον φαντάζομαι, όσο μπορώ να παίζω ποδόσφαιρο θα συνεχίσω να παίζω. Και φυσικά ότι κάνω, δεν είναι ούτε για τα χρήματα, ούτε για την καταξίωση πλέον, ανέκαθεν το ποδόσφαιρο ήταν η τρέλα μου και η αγάπη μου, γιαυτό και ακόμα συνεχίζω. Δεν μπορώ να φανταστώ τον εαυτό μου μακριά από αυτό, ακόμα και αφότου σταματήσω.

Θ.S: Όταν έρθει η στιγμή που θα καταλάβεις ότι το σώμα σου αντιδρά σε αυτό που όπως είπες θέλει η καρδιά σου και πρέπει να σταματήσεις οριστικά το ποόδσφαιρο, έχεις σκεφτεί καθόλου να ασχοληθείς με την προπονητική;

Δ.Γ: Καταρχήν δύσκολα θα έρθει αυτή η στιγμή που λες, αργεί ακόμα, αλλά όπως είναι λογικό θα έρθει τελικά. Τώρα όσον αφορά την ερώτησή σου, εγώ ήδη αυτή τη στιγμή έχω πάρει δίπλωμα και μπορώ να προπονώ ακαδημίες. Αλλά μπορώ να σου πω, πως ο λόγος που έβγαλα πριν μερικά χρόνια το σχολείο, είναι γιατί για να πάρω το δίπλωμα του προπονητή χρειάζεται το απολυτήριο. Αλλά αν ασχοληθώ, μπορεί να ασχοληθώ με ακαδημίες, με παιδάκια, γιατί νομίζω ότι αυτή είναι η ουσία και η δυσκολία του ποδοσφαίρου. Εκεί θέλει να ξεκινήσεις το παιδί από μικρή ηλικία και να του μάθεις με αγάπη όλα τα πράγματα για το ποδόσφαιρο.

Θ.S: Με την Ξάνθη και τους ανθρώπους της ομάδας έχεις κρατήσει καθόλου επαφές;

Δ.Γ: Εννοείται, παρακολουθώ ποδόσφαιρο και εννοείται την Ξάνθη, όποτε μπορώ και έχω χρόνο, έρχομαι και στο γήπεδο και τη βλέπω από κοντά. Καταρχήν με τον Τσαλίκη έχω ιδιαίτερη σχέση γιατί τον είχα και στη Καβάλα τεχνικό διευθυντή, αλλά και αυτόν και τον Γιάννη τον Παπαδημητρίου μου αρέσει να τους πειράζω και να τους αποκαλώ παππούδες. Είχε έρθει μια φορά στην Ασπίδα ο Γιάννης και έτρεχε και του λέω, Γιάννη μου φαίνεται μου φαίνεται ετοιμάζεσαι, για τη Θαλασσιά μάλλον σε βλέπω. Γελούσαμε μετά και οι δυο.

Θ.S: Φέτος πως τα βλέπεις τα πράγματα στο πρωτάθλημα, ποιον βλέπεις ως φαβορί;

Δ.Γ: Είναι ακόμα νωρίς για προβλέψεις. Και όσοι θεωρούν ότι ο Ολυμπιακός θα είναι και φέτος άνετα φαβορί βιάζονται πολύ και κάνουν λάθος, από εδώ και πέρα το πρωτάθλημα θα πάρει φωτιά και θεωρώ πως θα κριθεί φέτος στις λεπτομέρειες.

Θ.S.: Την έως τώρα πορεία της Ξάνθης στον φετινό «μαραθώνιο» πως τη βλέπεις, δεδομένου ότι έχει δώσει αρκετές ευκαιρίες και πάλι σε νεαρά παιδιά και πορεύεται με ένα σχετικά μικρό και νεανικό ρόστερ;

Δ.Γ: Η Ξάνθη ανέκαθεν έδινε ευκαιρίες σε νέα παιδιά, έχει τροφοδοτήσει όλες τις μεγάλες ομάδες της χώρας με πολλούς καλούς παίκτες που αν τους αναφέρουμε θα χρειαστούμε πολλή ώρα. Έχει μια διοίκηση που είναι κοντά στην ομάδα, ο κόσμος βοηθάει και στηρίζει όσο μπορεί, και νομίζω πως ότι και να πω είναι λίγο για αυτό το στολίδι όχι μόνο της Ξάνθης ή της Θράκης, αλλά ολόκληρης της Ελλάδας. Βέβαια θέλω να κάνω και ιδιαίτερη μνεία, σε έναν παράγοντα της ομάδας, τον Γιάννη Παπαδημητρίου που νομίζω ότι όλα αυτά τα χρόνια έχει κάνει πάρα πολύ καλή δουλειά και είναι από τους κορυφαίους στον τομέα του, ενώ όσον αφορά τα αγωνιστικά δε μπορώ να πω και πολλά βλέποντας την ομάδα απ’έξω, νομίζω πως ο προπονητής και το τεχνικό επιτελείο είναι αρμόδιοι για το συγκεκριμένο θέμα.

Θ.S: Η Δράμα ήταν η τελευταία ομάδα με την οποία αγωνίστηκες στην Α’ Εθνική, φέτος είναι στην Β’ και παλεύει για την άνοδο, τη παρακολουθείς καθόλου;

Δ.Γ: Καταρχήν για μένα αυτά που λέει ο πρόεδρος είναι κάπως υπερβολικά, από τι στιγμή που φέτος ανέβηκε στην Β’ Εθνική. Θα πρέπει να είσαι ταπεινός, χαμηλά το κεφάλι και μπορείς να πεις κι άλλα πράγματα, μην υπερβάλλεις. Έκανε καλές κινήσεις, έστω και την τελευταία στιγμή, αλλά έχω δει και πολλές άλλες ομάδες με παικταράδες μέσα που δεν πήγαν καθόλου καλά. Στο ποδόσφαιρο πρέπει να είσαι ταπεινός, προσγειωμένος και να σέβεσαι. Στόχους φυσικά και θα έχεις, αλλά δεν τους διατυμπανίζεις έτσι, ειδικά όταν μόλις ανέβηκες στην Β’ να φωνάζεις παντού ότι θα ανέβεις στην Super League.

Θ.S: Πλέον βλέπουμε ειδικά στις ομάδες της επαρχίας, άδεια σχεδόν γήπεδα. Τι πιστεύεις εσύ ότι φταίει και από τις 8, 9 και 10 χιλιάδες κόσμο φτάσαμε στα σημερινά νούμερα;

Δ.Γ: Καταρχήν οι άνθρωποι της ομάδας δεν δείχνουν αρκετό ενδιαφέρον για την προσέλευση του κόσμου πλέον στο γήπεδο. Για παράδειγμα, γιατί δεν βγαίνουν οι ίδιοι να δουν έναν αγώνα στο τοπικό, να βγουν για ένα καφέ στη πόλη, να πάνε στα σχολεία για να προσελκύσουν τα πιτσιρίκια, να πάρουν 5 μπάλες να πάνε στη Κεσσάνη, κάτι να δείξουν ότι ενδιαφέρονται.

Θ.S:  Υπήρξαν στιγμές που ένιωσες πως οι συμπαίκτες σου έπαιζαν στη «πλάτη» σου, ότι στην ουσία ήταν ενάντια στην ίδια τους την ομάδα, για να το θέσουμε ευγενικά το συγκεκριμένο θέμα;

Δ.Γ: Υπάρχουν πολλά πράγματα που ο κοινός φίλαθλος και ο υπόλοιπος κόσμος δε τα ξέρει και ούτε που τα φαντάζεται. Εμείς που έχουμε παίξει το ποδόσφαιρο και έχουμε δει το σύστημά του από «μέσα», ξέρουμε τι παιχνίδια παίζονται. Δεν μπορώ να διανοηθώ παιδιά στο ποδόσφαιρο να παίζουν εις βάρος των συναδέλφων τους, και όπως το είπες, μου παίξανε κι εμένα ακόμα πολλά παιχνίδια στη «πλάτη» μου, αλλά επειδή ήμουν «πρόβατο» τότε δεν το κατάλαβα. Στη πορεία όμως, τα έμαθα όλα για τίποτα δε μένει κρυφό, κάποια στιγμή όλα μαθαίνονται, και κάθε φορά που μάθαινα και ένα τέτοιο σκηνικό έλεγα «σώπα ρε συ, σε εκείνο το παιχνίδι», «κι αυτός, κι εκείνος»;

Θ.S:  Εσένα σαν ποδοσφαιριστή δεν σου έτυχε ποτέ κάτι τέτοιο όλα αυτά τα χρόνια;

Δ.Γ: Όχι, ούτε μία φορά, γιατί αυτοί που στήνουν τα παιχνίδια, κάθε διοίκηση έχει στην ομάδα τα δικά της «τσιράκια», όταν κάνει κάτι δε το κάνει ωμά, απευθύνεται σε αυτούς τους έναν, δύο τρείς «δικούς» της. Υπάρχουν βέβαια και κάποιες ομάδες, που ότι κάνουν το κάνουν ωμά, και έχουν πολύ θράσος.

Θ.S:  Έπαιζες στη Θάσο μέχρι και πέρυσι, πως τα κατάφερνες σε μια ομάδα που απέχει σχεδόν 2 ώρες από τη πόλη που μένεις και δουλεύεις;

Δ.Γ: Ήταν δύσκολες περίοδοι όσο ήμουνα στη Θάσο, γιατί πηγαινοερχόμουνα. Όταν έπαιζα Σάββατο, ίσως πήγαινα και καμιά μέρα νωρίτερα για να κάνω προπόνηση τον χειμώνα, αλλά τις υπόλοιπες μέρες δεν ήταν δυνατό. Το καλοκαίρι, όμως μαζί με τον Μάριο τον Χατζηγεωργίου που ήμασταν μαζί τότε, φεύγαμε από εδώ το μεσημέρι κάθε μέρα, 6 ξεκινούμε προπόνηση, τελειώναμε 8 η ώρα, φεύγαμε σφαίρα να προλάβουμε το φέρι μποτ και να γυρίσουμε στα σπίτια μας στις 10 το βράδυ, για να ξυπνήσουμε και την επόμενη μέρα πρωί για τη δουλειά.

Θ.S:  Έχεις κάνεις φίλους από το ποδόσφαιρο όπως είπες κι εσύ, αυτές οι φιλίες σου έχουν «ανοίξει» κάποια «πόρτα» όταν χρειάστηκε, όπως λέμε ή όχι;

Δ.Γ: Αυτή τη στιγμή και έως τώρα δεν έτυχε να χρειαστώ κάτι επαγγελματικά, ούτε άνοιξα κάποια επιχείρηση για να χρειαστώ βοήθεια. Όμως το θετικό είναι, ότι αν πάρω αυτή τη στιγμή σε οποιαδήποτε ομάδα έχω παίξει, και ζητήσω κάτι, έστω δηλαδή ότι γίνομαι μάνατζερ, δε θα μου χαλάσουν χατίρι.

Θ.S:  Η Ξάνθη τη 2014-2015 έζησε την κόλαση και τον παράδεισο, όταν κινδύνευσε να πέσει και όταν έφτασε στον τελικό αντίστοιχα. Κατάφερες να ζήσεις από κοντά κάποια από αυτές τι δύο στιγμές ή δε σου το επέτρεψαν οι υποχρεώσεις σου;

Δ.Γ: Δυστυχώς όχι, δεν κατάφερα να πάω ούτε στο «Βικελίδης», ούτε στην Αθήνα. Θυμάμαι όμως ότι ειδικά στο μπαράζ με είχε φάει τότε η αγωνία. Ήταν η περίοδος που ήμουν στο σχολείο για να πάρω το απολυτήριό μου, και μάλιστα ήμουν στο όριο των απουσιών. Έλεγα, δε γίνεται να λείπω εγώ από αυτό το πράγμα, δε μπορώ να το φανταστώ, παρακαλούσα τον διευθυντή να με καλύψει, αλλά δεν τα κατάφερα τελικά, και έμεινα στο σχολείο ακούγοντας το ματς στα κρυφά.