Επέτειος: 30 χρόνια από τη Γάνδη! Η μεγαλύτερη στιγμή του ελληνικού βόλεϊ με τη συμμετοχή Μουστακίδη και Δημητριάδη (+photos)

 

Η θρακιώτικη συμβολή ήταν μεγάλη στην κατάκτηση του χάλκινου μεταλλίου της Εθνικής Βόλεϊ Ανδρών στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1987 στην Γάνδη, τη μεγαλύτερη επιτυχία που έχει πετύχει ποτέ το άθλημα της πετοσφαίρισης στης χώρας μας και η οποία ήρθε μια μέσα σαν και αυτήν, 4 Οκτωβρίου, αλλά 30 χρόνια πριν.

Άλλωστε, πασαδόρος εκείνης της ομάδας που μοίραζε το παιχνίδι  στους συμπαίκτες του ήταν ο σουφλιώτης Σάκης Μουστακίδης, καθηγητής σήμερα του ΤΕΦΑΑ Κομοτηνής και προπονητής εδώ και μια εξαετία στον Εθνικό Αλεξανδρούπολης, ενώ στην δωδεκάδα της θρυλικής ομάδας μετείχε ο επίσης Eβρίτης, αλλά γεννημένος στην Κομοτηνή, νυν προπονητής των Αμαζόνων Μαΐστρου και πρώην ομοσπονδιακός τεχνικός Μάκης Δημητριάδης.

Απόγευμα Κυριακής 4 Οκτωβρίου, η Ομόνοια στην Αθήνα αλλά και ο Φάρος στην Αλεξανδρούπολη και οι κεντρικές πλατείες σε κάθε μεγάλη πόλη γέμιζαν από χιλιάδες περήφανους Έλληνες που 3,5 μήνες μετά τον άθλο του μπάσκετ στο Φαάληρο, πανηγύριζαν άλλο ένα μετάλλιο σε ομαδικό άθλημα. Το βόλεϊ ήταν στα καλύτερα του αλλά έπεφτε στην σκιά της μεγάλης επιτυχίας του Γκάλη, του Γιαννάκη και των άλλων παιδιών.

Η Εθνική Ομάδα που είχε ξεκινήσει περίπου 10 χρόνια νωρίτερα υπό τις οδηγίες του Γιέρζι Βελτζ κορύφωσε την πορεία της έχοντας στον πάγκο της τον Θανάση Μαργαρίτη και τον Κυριάκο Παντελιά, ανεβαίνοντας στο βάθρο ευρωπαϊκού πρωταθλήματος για πρώτη (αλλά δυστυχώς και για τελευταία μέχρι σήμερα) φορά. Σε εκείνη την φουρνιά μετείχαν άλλοι δυο θρακιώτες, ο Αλεξανδρουπολίτης Λευτέρης Τερζάκης και ο Κομοτηναίος Κώστας Γκουντάκος, ωστόσο δεν μετείχαν στην αποστολή στο Ευρωπαϊκό της Γάνδης,

Οι 12 παίκτες της θρυλικής ομάδας ήταν οι: Στέλιος Καζάζης (αρχηγός), Μιχάλης Τριανταφυλλίδης, Τάσος Τεντζέρης, Δημήτρης Γόντικας, Σωτήρης Αμαριανάκης, Σάκης Μουστακίδης, Βαγγέλης Κουτσονίκας, Κώστας Μαργαρώνης, Δημήτρης Καζάζης, Γιώργος Ντράγκοβιτς, Γιάννης Νικολαΐδης και ο Μάκης Δημητριάδης.

Από την αρχή της διοργάνωσης οι αντίξοες συνθήκες που κλήθηκε να ξεπεράσει η ελληνική αποστολή δεν περιορίστηκαν στο αγωνιστικό κομμάτι. Οι διοργανωτές δεν είχαν μεριμνήσει για τη διαμονή των μελών του αντιπροσωπευτικού συγκροτήματος σε ξενοδοχειακή μονάδα, όπως είχαν κάνει με τις υπόλοιπες χώρες. Κατά συνέπεια, η «γαλανόλευκη» παρέμεινε μέχρι και το τέλος του τουρνουά σε ένα… γηροκομείο!

Τα γεγονότα αυτά εξόργισαν το τεχνικό επιτελείο και τους παίκτες, οι οποίοι όμως δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα απολύτως για να αλλάξουν τη συγκεκριμένη κατάσταση, παρά μόνο να πεισμώσουν και να δώσουν μια ηχηρή απάντηση στο γήπεδο. Και τα κατάφεραν.

Η ελληνική ομάδα μπήκε ως αουτσάιντερ στον Β΄Όμιλο και με τη νίκη της στην πρεμιέρα επί της Τσεχοσλοβακίας που ήταν σχεδόν πάντα στο βάθρο, προκάλεσε αίσθηση και δρομολόγησε την πορεία για το μετάλλιο. Η «απογείωση» όμως ήρθε τη δεύτερη μέρα με το 3-1 κόντρα στην πανίσχυρη Βουλγαρία. Οι γείτονες υποχώρησαν στην 11η θέση της κατάταξης και η μικρή Ελλάδα κατάφερε μετά τις νέες νίκες επί της Ισπανίας και του Βελγίου να εξασφαλίσει το εισιτήριο για τα ημιτελικά.

Εκεί ηττήθηκε από την πανίσχυρη Σοβιετική Ένωση, μετέπειτα πρωταθλήτρια Ευρώπης καθώς νίκησε 3-1 σετ στον τελικό την Γαλλία, αλλά έφυγε χαμογελώντας καθώς στον μικρό τελικό επιβλήθηκε της Σουηδίας, της μόνης ομάδας από την οποία είχαμε ηττηθεί στην φάση των ομίλων. Μάλιστα, ο αγώνας ήταν γκραν γκινιολ, οι Σκανδιναβοί πήραν δύο φορές το προβάδισμα (0-1 και 1-2), αλλά στη συνέχεια η καρδιά, το θάρρος και η αυτοθυσία των Ελλήνων έκαναν τη διαφορά.

Οι διεθνείς του Μαργαρίτη, αφού ισοφάρισαν σε 2-2, οδήγησαν το ματς στο τάι-μπρέικ, όπου έμελλε να χαράξουν με χρυσά γράμματα τα ονόματά τους στην ιστορία του εγχώριου βόλεϊ.

Συγκινητικές ήταν οι στιγμές εκτιλύχθηκαν μετά το τέλος του μικρού τελικού, όπου η ελληνική ομάδα στο 5ο σετ που γίνονταν με το παλιό σύστημα της αλλαγής (κι όχι με το ράλι πόιντ σύστεμ που είναι σήμερα) έχανε από την μεγάλη Σουηδία του Γκούσταφσον με 13-8 και κατάφερε να νικήσει με 16-14 κατακτώντας το χάλκινο μετάλλιο.

Αναλυτικά η πορεία της Εθνικής Ομάδας στο Ευρωβόλεϊ του 1987:

Ελλάδα – Βουλγαρία 3-1 (07-15, 08-15, 08-15, 08-15)Ελλάδα – Τσεχοσλοβακία 3-2 (13-15, 15-08, 15-06, 04-15, 15-05)

Ελλάδα – Ισπανία 3-0 (15-07, 15-09, 15-12)

Ελλάδα – Βέλγιο 3-2 (15-07, 10-15, 15-07, 12-15, 15-08)

Ελλάδα – Σουηδία 1-3 (08-15, 15-10, 10-15, 10-15)

Ημιτελικός, 3/10: Ελλάδα – ΕΣΣΔ 0-3 (05-15, 05-15, 12-15)

Mικρός τελικός, 4/10: Ελλάδα – Σουηδία 3-2 (14-16, 15-09, 06-15, 15-11, 16-14)

Στο παλιό Ανατολικό Αεροδρόμιο του Ελληνικού, μια μέρα μετά, βρέθηκαν αυθόρμητα 1.500 Έλληνες για να υποδεχτούν την ελληνική αποστολή.

Σύμφωνα με τους Βέλγους διοργανωτές, τους αγώνες του Ευρωβόλεϊ της Γάνδης συνολικά παρακολούθησαν 71.780 θεατές με τον τελικό (ΕΣΣΔ-Γαλλία 3-1) να συγκεντρώνει 6.200 θεατές και τον μικρό τελικό (Ελλάδα – Σουηδία 3-2) 5.000 θεατές, μεταξύ των οποίων και ο Έλληνας Πρόξενος στη Γάνδη Δημήτρης Αβραμόπουλος (ναι, αυτός που σήμερα είναι Επίτροπος της Ελλάδος στην Ευρωπαϊκή Ένωση).

Το πριμ μεταλλίου για όλη την Εθνική Ομάδα της Ελλάδας ήταν 14 εκατ. δραχμές, δηλαδή περίπου  42.000 ευρώ, ενώ ο Τύπος της εποχής αποθεώνει τους διεθνείς για τον άθλο τους και κάποιοι συνέκριναν το μετάλλιο αυτό με την επιτυχία της κατάκτησης του Ευρωμπάσκετ την ίδια χρονιά, καθώς ήταν η πρώτη φορά που έρχονταν μετάλλιο εκτός έδρας σε οποιοδήποτε ομαδικό άθλημα.

Ωστόσο όπως έχουν σχολιάσει και ο Σάκης Μουστακίδης, ο Μάκης Δημητριάδης αλλά και ο αρχηγός εκείνης της Εθνικής Στέλιος Καζάζης, «δυστυχώς πέσαμε στη χρονιά που το μπάσκετ είχε κάνει την τεράστια επιτυχία και έτσι η δική μας προσπάθεια έπεσε στη σκιά του. Ήμασταν μία παρέα που ήταν χρόνια μαζί και που είχε αντιληφθεί ότι μπροστά της βρισκόταν μια ιστορική ευκαιρία να κάνουμε το βόλεϊ ένα άθλημα που θα έμπαινε στην καρδιά του κόσμου. Το μπάσκετ τα κατάφερε να βάλει μπάλες σε κάθε σχολείο μαζί με μπασκέτες. Εμείς όχι. Αυτό είναι κάτι που μας πικραίνει».

Στο ίδιο μήκος κύματος, ο Σάκης Μουστακίδης την ώρα που όλοι ακόμα πανηγύριζαν, έσπευδε να δηλώσει: «Σε κάθε επιτυχημένη αρχή πρέπει να υπάρχει και ανάλογη συνέχεια…». Πόσο δίκιο είχε, αν αναλογιστούμε την πορεία του βόλεϊ σε αυτά τα 30 χρόνια που ακολούθησαν…